Κυβερνητικά στελέχη διαφόρων βαθμίδων και βεληνεκούς, προσπαθούν με αγωνία να πείσουν πως η οικονομία και η κατάσταση στη χώρα γενικότερα, πηγαίνουν από το καλό στο καλύτερο.
Την ακριβώς αντίθετη γνώμη εκφράζουν πολλοί έγκυροι παρατηρητές.
Αυτονόητο είναι ότι, στην διαμάχη που μαίνεται (σχεδόν) ανεξέλεγκτη, μοναδικός κριτής ουσίας, είναι οι αγορές. Καθώς δε μιλάμε για μία χώρα με τεράστιες ανάγκες δανεισμού τα επόμενα χρόνια, τα μάτια όσων καταλαβαίνουν, είναι στραμμένα στη Δευτερογενή Αγορά Ομολόγων και το δεκαετές ομόλογο-δείκτη, που ουσιαστικά καθορίζει τα επιτόκια δανεισμού, σε όλες τις χρονικές διάρκειες.
Εκεί όμως δεν υπάρχει καμία διαμάχη. Τα δεδομένα είναι ολοκάθαρα.
Παρά τις φανφάρες Τσακαλώτου στη Βουλή και τα οκτώ χρόνια δημοσιονομικής προσαρμογής, η Ελλάδα δεν μπορεί να δανειστεί ελεύθερα, όπως κάθε άλλη χώρα.
Οι δε δικαιολογίες του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από ακριβώς αυτό: θλιβερές και αστήρικτες δικαιολογίες.
Τι θα μπορούσε να είναι αυτό; Δυστυχώς δεν πρόκειται για ένα ζήτημα. Ούτε για δύο.
Ένα γεγονός το οποίο οι αγορές, υποψιασμένες από τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας την τελευταία δεκαετία και την πραγματικότητα του προεκλογικού έτους, όχι μόνο αντιλαμβάνονται πλήρως αλλά και τιμωρούν αδυσώπητα.
Η δε στάση τους δεν πρόκειται ν’ αλλάξει για όσο διάστημα π.χ. βλέπουν μία χώρα να προσπαθεί να μοιράσει ένα δημοσιονομικό πλεόνασμα που είναι από δύσκολο έως και αδύνατο να επαναληφθεί. Διότι είναι εμφανέστατο πως το 75% (€6 δισ. από τα συνολικά 8) του υπερπλεονάσματος, προέρχεται από κατασχέσεις. Δηλαδή είναι εξ ορισμού αδύνατον να προσδιοριστεί η όποια πιθανότητα επανάληψης.
Παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση, αντί να ευχαριστήσει την καλή της τύχη, να συγχαρεί τον εαυτό της για την εισπρακτική δεινότητα των αρμόδιων και να χρησιμοποιήσει αυτά τα έκτακτα έσοδα για να υλοποιήσει (εξαιρετικά απαραίτητες) επενδύσεις, περικόπτει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ακόμη περισσότερο.
Φυσιολογικά και σχεδόν αυτόματα, οι αγορές αυξάνουν τον πιθανό κίνδυνο δανειστή της Ελλάδας (δηλ. το επιτόκιο) κατά μία τουλάχιστον μονάδα. Είναι τόσο απλό…
Αν τώρα, σε αυτήν την εντελώς παράλογη με οικονομικά κριτήρια κατάσταση, προσθέστε την εμμονική, κατά παράβαση ανειλημμένων δεσμεύσεων και απολύτως εκτός λογικής, πληρωμή ποσοστού 16% του ΑΕΠ σε συντάξεις, την μη υλοποίηση καμίας από τις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις μετά τη λήξη του προγράμματος και μερικά “παλαβά αλλά συριζαϊκά” ακόμη, εύκολα καταλαβαίνετε την προέλευση του υπολοίπου της διαφοράς των Ελληνικών επιτοκίων, από εκείνα των υπολοίπων “μεταμνημονιακών” χωρών της Ευρωζώνης.
Θα αισθανθείτε δε τυχεροί που η διαφορά αυτή είναι τόσο μικρή, αμέσως μόλις σκεφτείτε πως υπάρχουν επιπλέον οι τελεσίδικες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για τ’ αναδρομικά των περικοπών του 2012, οι διάφορες αποφάσεις για τις αναδρομικές ακυρώσεις περικοπών μισθών στα ειδικά μισθολόγια κ.λπ.
Αυτή είναι η κατάσταση σήμερα, κυρίες και κύριοι.
Όποιος διαφωνεί, ας πάρει μία (υγιή, έχει πολλές σκάλες το κτήριο) σαρανταποδαρούσα και ας κάνει μια βόλτα… από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Πέτρος Λάζος
capital.gr