[ccpw id="136103"]

Η Ευρωπαϊκή Ένωση συνηθίζει να φαντάζει απογοητευτική όταν καταπιάνεται με την προσπάθεια να σχεδιάσει μια κοινή απάντηση σε μια οικονομική κρίση. 

Ωστόσο, η ομιλία της Ursula von der Leyen στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την Τετάρτη σχετικά με το σχέδιο περί ενός Ταμείου Ανάκαμψης από τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει σημείο – τομή, το οποίο θα απασχολήσει στο μέλλον τα βιβλία της Ιστορίας.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περιέγραψε σε αδρές γραμμές ένα πρόγραμμα – πακέτο διάσωσης 750 δισεκατομμυρίων ευρώ (825 δισ. δολ.) προκειμένου το μπλοκ των 27 χωρών να βοηθηθεί να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις του κορονοϊού.

Η έγκριση των κυβερνήσεων της ΕΕ είναι βεβαίως απαραίτητη προκειμένου να υλοποιηθεί το σχέδιο και ορισμένα “βόρεια” κράτη μέλη – ειδικά η Ολλανδία και η Αυστρία – είναι πιθανότατα αντίπαλοί του.

Εάν ωστόσο η τελική συμφωνία μοιάζει έστω και στα βασικά της σημεία με την πρόταση της Von der Leyen, θα σηματοδοτήσει έναν ριζικό μετασχηματισμό της Ευρώπης.

Η τομή του κοινού ευρωπαϊκού δανεισμού

Η Κομισιόν σχεδιάζει να δανειστεί το τεράστιο αυτό ποσό από τις χρηματοπιστωτικές αγορές και στη συνέχεια να το διανείμει στα κράτη μέλη μεταξύ του 2021 και του 2024, με εκείνα που έχουν υποστεί το μεγαλύτερο πλήγμα να λαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος.

Το Ταμείο αποτελεί άθροισμα πολλών υπο-τμημάτων. Περίπου 560 δισεκατομμύρια ευρώ θα διατεθούν για έναν μηχανισμό “Διευκόλυνσης και Ανθεκτικότητας” και θα μεταβιβαστεί απευθείας στις κυβερνήσεις.

Θα υπάρξει επίσης ένα σχήμα 31 δισ. ευρώ για τη στήριξη φερέγγυων επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν ανάγκη προσωρινής κρατικής ενίσχυσης, καθώς και 9,4 δισ. ευρώ για την προετοιμασία έναντι μελλοντικών κρίσεων υγειονομικού χαρακτήρα.

Η Ιταλία και η Ισπανία θα είναι οι μεγαλύτεροι δικαιούχοι, ενώ η Γερμανία θα λάβει σχετικά λίγα χρήματα. Η ΕΕ θα αποπληρώσει τους επενδυτές μέσω του προϋπολογισμού της σε έναν ευρύ χρονικό ορίζοντα – έως και τεσσάρων δεκαετιών.

Το Ταμείο σπάει ορισμένα ευρωενωσιακά “ταμπού”. Πρώτον, αυξάνει σημαντικά το ποσό που μπορεί να δανειστεί η Επιτροπή από τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Δεν έχουμε να κάνουμε εδώ με “ευρωομόλογα”, με την κλασική έννοια του όρου, δεδομένου ότι τα μεμονωμένα κράτη μέλη θα πρέπει και πάλι να καταβάλλουν τις εθνικές συνεισφορές τους στον προϋπολογισμό της ΕΕ, υπολογιζόμενες στη βάση του μεγέθους του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) τους.

Το συγκεκριμένο σχήμα αναμένεται επίσης να είναι “εφάπαξ” και να αφορά αποκλειστικά την περίοδο ανάκαμψης από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Ωστόσο, θα αποτελέσει ένα πολύ χρήσιμο προσχέδιο/πρόπλασμα εάν η Ευρωζώνη επιλέξει κάποτε να πλησιάσει προς μια – απολύτως αναγκαία – δημοσιονομική ένωση.

Το σημείο – “κλειδί” της αναλογίας επιχορηγήσεων – δανείων

Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή είναι ότι τα δύο τρίτα των χρημάτων θα δοθούν ως επιχορηγήσεις. Αυτό είναι το πλέον αμφιλεγόμενο μέρος του σχεδίου και υπάρχει σημαντικός κίνδυνος να μειωθεί ως ποσοστό κατά τις προσεχείς διαπραγματεύσεις μεταξύ των κρατών μελών.

Τα χρήματα εξάλλου δεν θα παραχωρούνται άνευ δεσμεύσεων, καθώς οι κυβερνήσεις θα πρέπει να παρουσιάζουν προγράμματα μεταρρυθμίσεων προκειμένου να δικαιούνται να λάβουν υποστήριξη.

Οι επιπλέον δαπάνες θα πρέπει να γίνονται σε συμμόρφωση με τις προτεραιότητες σε επίπεδο ΕΕ, όπως οι επενδύσεις στην τεχνολογία και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Ωστόσο, η γενναιόδωρη παροχή επιχορηγήσεων είναι ένα θεμελιώδες βήμα μπροστά σε σχέση με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), το ταμείο διάσωσης της Ευρωζώνης, το οποίο προσφέρει μόνον δάνεια.

Το τελευταίο ταμπού που πιθανόν να σπάσει είναι η ενιαία φορολογία σε επίπεδο ΕΕ.

Η Κομισιόν εξετάζει τη δημιουργία νέων ροών εσόδων, οι οποίες θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αποπληρωμή των επενδυτών, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών φόρων και της επιβολής κάποιων βαρών σε πολυεθνικές εταιρείες.

Αυτό είναι το πιο “νεφελώδες” μέρος του σχεδίου, αλλά πιθανόν και ένα από τα θεμελιακότερα. Θα “φύτευε” τον σπόρο ενός μελλοντικού Υπουργείου Οικονομικών της ΕΕ, το οποίο θα μπορούσε να εκταμιεύει τα χρήματά του όπου το ίδιο θα έκρινε σκόπιμο.

Οι “4” της λιτότητας, η Ανατολική Ευρώπη και η ελπίδα για το μέλλον

Η Von der Leyen θα αντιμετωπίσει μεγάλες δυσκολίες στο να “πουλήσει” όλα τα παραπάνω στους λεγόμενους “τέσσερις οικονόμους” της Ένωσης, οι οποίοι περιλαμβάνουν τη Σουηδία, τη Δανία, την Αυστρία και την Ολλανδία. Οι τελευταίοι προτιμούν τα δάνεια έναντι των επιχορηγήσεων, καθώς φοβούνται ότι κάποια από τα χρήματα θα σπαταληθούν για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους θα παραχωρηθούν.

Χώρες στην Ανατολική Ευρώπη έχουν παραδοσιακά επωφεληθεί από το μεγαλύτερο μέρος του Ταμείου Συνοχής της ΕΕ, ωστόσο δέχτηκαν ένα σχετικά ήπιο πλήγμα από την πανδημία, οπότε δεν θα χρειαστεί να λάβουν μεγάλο μέρος αυτής της νέας στήριξης. Θα είναι ενδιαφέρον να δει κανείς προς ποια κατεύθυνση θα κλίνουν.

Η πρόταση χρειάζεται ομόφωνη υποστήριξη, η οποία θα είναι αρκετά δύσκολο να εξασφαλιστεί.

Τουλάχιστον η πρόεδρος της Επιτροπής μπορεί να βασιστεί στη Γαλλία και τη Γερμανία, τα μεγαθήρια της ΕΕ, τα οποία κατέληξαν στην πρωτοποριακή συμφωνία που άνοιξε το δρόμο για την πρόταση της Von der Leyen.

Η Ισπανία, η Ιταλία και άλλες χώρες του Νότου είναι προφανώς υπέρ της πρότασης, καθώς θα λάβουν το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων.

Για μια φορά, τα πολιτικά άστρα ενδέχεται να εμφανιστούν ευθυγραμμισμένα. Εάν αυτό συμβεί, το 2020 μπορεί να μείνει στη μνήμη όλων στην Ευρώπη ως κάτι περισσότερο από τη χρονιά της πανδημίας του κορονοϊού.

Του Ferdinando Giugliano
BloombergOpinion
capital.gr

Πηγή http://politika-gr.blogspot.com/2020/05/blog-post_619.html