[ccpw id="136103"]

Προσπάθησε να μετριάσει την αλγεινή εντύπωση που προκάλεσαν τα υβριστικά σχόλια δεκάδων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ κατά της κυβέρνησης και του κ. Τσιόδρα. 

Μάλιστα, συνόψισε την θέση του στην φράση «στηρίζουμε, δεν σημαίνει και σιωπούμε».

Σωστό, μόνο το θέμα είναι τι λέμε. Υπάρχει η κριτική που είναι θεμιτή και αναπόσπαστο κομμάτι της δημοκρατίας και υπάρχουν οι ύβρεις και η χολή που χαρακτηρίζουν όλους αυτούς που διακατέχονται από μιαν ολοκληρωτική νοοτροπία.

Και στον ΣΥΡΙΖΑ οι πιο πολλοί υβρίζουν, διαστρεβλώνουν, λοιδωρούν.

Σε όλα τα κόμματα που δρουν μέσα στο δημοκρατικό πολίτευμα οι ηγεσίες θέτουν τα ιδεολογικά όρια, καθώς και τα όρια της ηθικής συμπεριφοράς των μελών τους, η υπέρβαση των οποίων ακυρώνει την συμμετοχή τους –τυπικά και ουσιαστικά—στον πολιτικό χώρο όπου ανήκουν.

Επί παραδείγματι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απομάκρυνε από την Νέα Δημοκρατία όσους έκρινε πως με την συμπεριφορά τους αλλοιώνουν την φυσιογνωμία της παράταξης.

Σε ζητήματα ήθους και συμπεριφοράς οι ηγεσίες των κομμάτων οφείλουν να είναι άτεγκτες.

Ο Α. Τσίπρας έχασε αυτήν την ευκαιρία, όχι μόνον τώρα, αλλά εδώ και πολύ καιρό, όταν ανέχτηκε στενούς τους συνεργάτες να υβρίζουν σκαιότατα τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Το έκανε αυτό είτε γιατί ήταν αδύναμος να τους απομακρύνει είτε γιατί συμφωνούσε με τα λεγόμενα τους.

Πιο πιθανή εκδοχή είναι η δεύτερη. Και ο ίδιος κατά το παρελθόν είχε χρησιμοποιήσει παρόμοια γλώσσα.

Συνεπώς, η προχθεσινή του απόπειρα να εμφανισθεί μετριοπαθής ήταν μια κίνηση τακτικής και όχι αρχής. Εξυπηρετούσε τις ανάγκες της τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας, καθώς γύρω από την κυβέρνηση συσπειρώνεται η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Αυτό ακυρώνει τον ακραίο αντιπολιτευτικό λόγο και τον καθιστά μπούμερανγκ σε αυτούς που τον εκφέρουν.

Αυτό το κατάλαβε ο Α. Τσίπρας.

Αν η πρόσφατη συγκαταβατική συμπεριφορά του πήγαζε από τις αρχές και τις αξίες του κόμματος του, θα έπρεπε πάραυτα να διαγράψει όσους τις παραβιάζουν. Δεν το έπραξε.

Αυτό πολύ απλά σημαίνει πως όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν θα ξαναφορέσει την προβιά του πολωτικού, του ακραίου, του διχαστικού.

Συνεπώς, δεν θα πρέπει να δίνουμε ιδιαίτερη σημασία σε τακτικιστικές κινήσεις. Πολύ εύκολα ανατρέπονται.

Είναι αλήθεια πως ο Α. Τσίπρας καλείται να διαχειρισθεί ένα ετερόκλιτο ανθρώπινο δυναμικό. Από τον Πολάκη και την Βουνάτσου ως τον Ξανθό. (Προσπαθώ να βρω δεύτερο όνομα μετριοπαθούς Συριζαίου και δεν βρίσκω.)

Σε παρόμοιες καταστάσεις, στις οποίες οι ακραίοι υπερτερούν συντριπτικά, ο ηγέτης είτε υποτάσσεται σε αυτήν την πραγματικότητα είτε φτιάχνει άλλο κόμμα. Ισορροπίες μεταξύ υβριστών και μετριοπαθών δεν μπορούν να υπάρξουν. Και σε αυτές τις περιπτώσεις τον τόνο τον δίνουν πάντα οι ακραίοι.

Ο λόγος τους είναι πιο εύληπτος και δημιουργεί ευκολότερα ακροατήριο. Οι αποχρώσεις πάντα μπερδεύουν όλους αυτούς που έχουν διαπαιδαγωγηθεί πολιτικά πάνω στο «άσπρο-μαύρο», στο «εμείς ή αυτοί».

Άρα Πολάκης – Ξανθός σημειώσατε 1 με over.

Μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση ο Α. Τσίπρας ελάχιστα περιθώρια κινήσεων διαθέτει. Η εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ στην συντριπτική πλειοψηφία είναι με τον Καψώχα και την Βουνάτσου.

Συνεπώς και να θέλει να αποδοκιμάσει τους υβριστές δεν μπορεί. Αν και κατά την γνώμη μου δεν θέλει. Τον εκφράζουν.

Σάκης Μουμτζής
liberal.gr

Πηγή http://politika-gr.blogspot.com/2020/04/blog-post_473.html