[ccpw id="136103"]

Επανέρχομαι στο θέμα σε συνδυασμό και με την περιγραφή του λοιμού από τον Θουκυδίδη και εννοείται τον κορωνοϊό και όσες σκέψεις διατυπώνονται πως για τη διάδοση της επιδημίας ευθύνεται εν μέρει η παγκοσμιοποίηση.

Ζητώ συγγνώμη. Τα είπα όλα μαζί, αλλά σιγά σιγά ελπίζω να τα ξεκαθαρίσω.

Εμπρός λοιπόν.

Ο λοιμός –πανώλη, τυφοειδής πυρετός ή ό,τι άλλο– έφτασε στον Πειραιά με ένα φορτίο σιτηρών από την Αίγυπτο στην οποία είχε μεταφερθεί από την Αιθιοπία.

Η τροφοδοσία της Αθήνας εξαρτιόταν απ’ τις εισαγωγές, και όπως λέει ο Περικλής στον «Επιτάφιο» η πόλη απολάμβανε αγαθά που έρχονταν από αλλού εξίσου με τα δικά της.

Διαδόθηκε γρήγορα διότι ο πληθυσμός που ήταν διεσπαρμένος σε ολόκληρη την Αττική είχε κλειστεί εντός των τειχών εξαιτίας της σπαρτιατικής επιδρομής.

Ναι, ο λοιμός χτύπησε την Αθήνα που είχε οιονεί «ανοιχτά σύνορα» και δεν χτύπησε ποτέ τη Σπάρτη η οποία, αν και δεν είχε φυσικά τείχη όπως η Αθήνα, ήταν μια περίκλειστη κοινωνία η οποία, εκτός των άλλων, δεν είχε ανάγκη να εισάγει αγαθά – αν δεν κάνω λάθος.

Τη Σπάρτη τη βασάνιζαν τα δεινά της εσωστρέφειας.

Είτε η γη με τους σεισμούς της, είτε οι είλωτες με τη συνεχή απειλή της εξέγερσης, είτε οι Μεσσήνιοι.

Απ’ αυτήν την άποψη μπορούμε να πούμε ότι μια κοινωνία περίκλειστη σαν τη σπαρτιατική είναι το αποτελεσματικότερο οχυρό απέναντι στην επιδημία.

Θα μπορούσαμε να το πούμε αν αγνοούσαμε ένα στοιχείο το οποίο μπορεί να ήταν ασήμαντο για την εποχή εκείνη, σίγουρα όμως δεν είναι ασήμαντο για εμάς.

Ο,τι ξέρουμε για τη Σπάρτη και την Αθήνα το ξέρουμε από αθηναϊκές πηγές.

Η Αθήνα, ευάλωτη καθότι «ανοιχτή», μπορεί να σαρώθηκε από τον λοιμό, και ώς ένα σημείο εξαιτίας του λοιμού να ηττήθηκε στον πόλεμο με τη Σπάρτη, η Αθήνα όμως, ακόμη κι όταν έχασε την πολιτική της και τη στρατιωτική της δύναμη, κράτησε την ακτινοβολία της μεγάλης πόλης του ελληνισμού όταν η Σπάρτη δεν αποτελούσε παρά ανάμνηση.

Εξαφανίστηκε από τον χάρτη πνιγμένη στην εντροπία της.

Στη ρωμαϊκή εποχή ενώ η Αθήνα εξακολουθεί να ακτινοβολεί –δικαιώνοντας το περίφημο «τοις έπειτα θαυμασθησόμεθα» του Περικλή στον «Επιτάφιο»– η Σπάρτη έχει παραδώσει το πνεύμα.

Τα σύνορα έχουν διττή λειτουργία.

Σηματοδοτούν δυνατότητα πρόσβασης, όπως σηματοδοτούν και αποκλεισμό.

Τα σύνορα δεν είναι ούτε κλειστά ούτε ανοιχτά.

Η μόνη τους απόλυτη αξία είναι ότι υπόκεινται στις παραμέτρους της ανθρώπινης συνθήκης, άρα στην κατ’ αρχήν παράμετρο της επιβίωσης.

Της επιβίωσης του ατόμου, της κοινότητας, του πληθυσμού.

Αν μη τι άλλο, κάτι τέτοιες καταστάσεις, όπως η πανδημία του κορωνοϊού, διαψεύδουν όσους από την μία υπερασπίζονται την κατάργηση των συνόρων και όσους, από την άλλη, θεωρούν ότι τα σύνορα είναι το απόλυτο όπλο.

Τα σύνορα δεν συνομιλούν με το απόλυτο.

Η σκέψη των μεγάλων τραγικών αποδεικνύει ότι ακόμη και η διαπραγμάτευση με το θεϊκό είναι στοιχείο της ανθρώπινης συνθήκης.

Κι αν μη τι άλλο, τα «ανεξέλεγκτα», όπως ο κορωνοϊός, μας δείχνουν ότι η ανθρώπινη συνθήκη μπορεί να έχει βελτιωθεί, μπορεί να έχει ενισχύσει τις άμυνές της, όμως δεν έχει ακόμη καταφέρει να εξαφανίσει το ανεξέλεγκτο, ή το αστάθμητο από το σύμπαν της.

Επανέρχομαι στο «εγκώμιο των συνόρων».

Το σύνορο του ιδιωτικού που αυτές τις ημέρες έχει αποδειχθεί ζωτικό.

Στα χρόνια που πέρασαν πολλοί προσπάθησαν να το απαξιώσουν.

Ομως φαντασθείτε πώς θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα την πανδημία αν δεν είχαμε τη δυνατότητα να ενεργοποιήσουμε το σύνορο της ιδιωτικής ζωής.

Είναι το θετικό της επιδημίας.

Η απόσταση που οφείλεις να κρατήσεις από τον διπλανό σου δεν δηλώνει ούτε απαξίωση, ούτε εχθρότητα. Δηλώνει σεβασμό.

Ε ναι, τα «σύνορα», τα «όρια», τα τόσο συκοφαντημένα από τον προοδευτικό λυρισμό αναδεικνύονται σε είδος πρώτης ανάγκης, είδος βασικό για την επιβίωση της κοινωνίας.

Τα σύνορα δεν είναι το απόλυτο όπλο. Είναι όμως το απαραίτητο όπλο.

Σύνορο είναι το γάντι που φορά η ταμίας στο σούπερ μάρκετ, σύνορο και το αντισηπτικό.

Σύνορο και η συνείδηση που ο καθένας από εμάς ενεργοποιεί για την προστασία του. Και καταλήγω με το αισιόδοξο:

Σε αντίθεση με την οικονομική κρίση που μας οδήγησε παρ’ ολίγον στην αλληλοσφαγή, αυτός ο διαολεμένος ιός μπορεί να ενισχύσει την συνείδηση της επιβίωσής μας.

«Τοις έπειτα θαυμασθησόμεθα» που λέει κι ο Περικλής στον «Επιτάφιο».

Για ποιον λόγο θα μας θαυμάζουν οι έπειτα εξαρτάται από εμάς.

ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
kathimerini.gr

Πηγή http://politika-gr.blogspot.com/2020/03/blog-post_666.html