[ccpw id="136103"]

Πρέπει να περνάει δύσκολες στιγμές ο μέγας νταουλιέρης, μετά από την πτώση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων στην δευτερογενή αγορά, κάτω από το ψυχολογικό όριο του 1%.

O ίδιος, εν μέσω νταουλιών, ζουρνάδων και χορών στην Πλατεία Συντάγματος, είχε καταφέρει τον Ιούνιο του 2015, να οδηγήσει τις αποδόσεις στο 15,5%.

Την εβδομάδα που πέρασε η απόδοση του Ελληνικού δεκαετούς ομολόγου, έφτασε στο 0,90%, λόγω της ισχυρής ζήτησης για Ελληνικούς τίτλους χρέους από τις αγορές. Τη ίδια στιγμή, τα Ιταλικά ομόλογα ήταν στο 0,92%, τα Ισπανικά στο 0,29% και τα Πορτογαλικά στο 0,24%.

Επιπλέον το spread, δηλαδή η διαφορά απόδοσης με τον δείκτη αναφοράς της Γερμανίας, (το 10ετές γερμανικό ομόλογό της ή Bund) είναι στο +1,30%. Ως γνωστόν τα επιτόκια των γερμανικών ομολόγων, προσφέρουν εδώ και καιρό, αρνητικές αποδόσεις στους επενδυτές.

Η πτώση των αποδόσεων των Ελληνικών ομολόγων δεν ήταν αποτέλεσμα ούτε των ήχων των νταουλιών, ούτε των ωμών εκβιασμών της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου.

Δεν ήταν αποτέλεσμα ούτε των εναλλακτικών δυνατοτήτων χρηματοδότησης από την Κίνα, την Ρωσία, το Ιράν και την Βενεζουέλα.

Αλλά ούτε και της άτακτης υποταγής της κυβέρνησης Τσίπρα- Καμμένου, που ακολούθησε μετά την μεγάλη κυβίστηση ή “kolotoumba” όπως επικράτησε να λέγεται διεθνώς.


Το 0,9% είναι αποτέλεσμα της εμπιστοσύνης που διαμορφώνεται ανάμεσα στις αγορές και στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Διότι όλοι όσοι έχουν εργασθεί στη ζωή τους, γνωρίζουν ότι η εμπιστοσύνη είναι το Α και το Ω, στην οικονομία, στην επιχειρηματικότητα, στη επαγγελματική καριέρα και στις συναλλαγές. Χωρίς εμπιστοσύνη, είναι αδύνατον να κτιστεί οτιδήποτε.

Η μείωση του κόστους δανεισμού αντικατοπτρίζει την μείωση του ρίσκου της πορείας της ελληνικής οικονομίας, στα μάτια των ξένων επενδυτών. Το περίφημο “country risk”, το οποίο η προηγούμενη κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, είχε εκτοξεύσει στην Ιονόσφαιρα, αρχίζει να υποχωρεί.

Και είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό, ότι οι αγορές δείχνουν μια πρόδρομη εμπιστοσύνη στην Ελλάδα, αρκετά πριν ολοκληρωθούν οι θετικές αξιολογήσεις της Fitch, της Standard and Poor’s και της Moody’s, που θα αναβαθμίσουν την Ελλάδα επαναφέροντας την, στην επενδυτική βαθμίδα.

Ταυτόχρονα, η μείωση του κόστους δανεισμού, προεξοφλεί τις ενθαρρυντικές προοπτικές της εθνικής οικονομίας και τις θετικές εκτιμήσεις της ευρύτερης επενδυτικής κοινότητας, για την πορεία των εξελίξεων.


Και ενώ οι δείκτες του οικονομικού κλίματος ανταποκρίνονται θετικά σε αυτήν την συρρίκνωση του κόστους δανεισμού και την αύξηση της εμπιστοσύνης από την πλευρά των ξένων επενδυτών, η ηγεσία της αντιπολίτευσης παρουσιάζει και πάλι συμπτώματα “vertigo”. Ιατρικώς είναι το αίσθημα της περιστροφής του ίδιου του ατόμου σε σχέση με το περιβάλλον ή των αντικειμένων σε σχέση με το άτομο.

Έτσι ακούμε και διαβάζουμε το χιλιοειπωμένα επιχειρήματα, ότι η “πτώση των επιτοκίων δεν αφορά τον κόσμο, γιατί δεν έχει χρήματα”, ότι “οι άνθρωποι είναι πάνω από τους αριθμούς” και ότι “δεν θα προκύψει κάποια διαφορά στην τσέπη των εργαζομένων”.

Φυσικά δεν αναμέναμε κάτι καλύτερο από τους νταουλιέρηδες και τους μαγκαλάκηδες. Άλλωστε η λέξη εμπιστοσύνη, ίσως και να απουσιάζει εντελώς από το λεξιλόγιο τους.

Πως μεταφράζεται λοιπόν η εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη, για τους πολίτες;

Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, μειώνεται. Επομένως, θα υπάρξουν άμεσα φορολογικά οφέλη και θα χρηματοδοτηθούν άλλες κοινωνικές προτεραιότητες. Αμφότερες οι επιλογές, θα αυξήσουν αμέσως ή εμμέσως, ουσιαστικά το εισόδημα των πολιτών.

Οι τράπεζες μειώνουν το κόστος των κεφαλαίων, που δανείζονται από τις αγορές.

Η Τράπεζα Πειραιώς εξέδωσε τώρα, τίτλους μειωμένης εξασφάλισης Tier ΙΙ ύψους 500 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 5,50%, ενώ οι αντίστοιχοι τίτλοι του Ιουνίου του 2019 είχαν επιτόκιο 9,75%. Η απόδοση του τίτλου Tier II της Εθνικής Τράπεζας, ο οποίος εκδόθηκε τον Ιούλιο του 2019 με επιτόκιο 8,25%, διαμορφώνεται σήμερα στο 4,60% στην 5ετία (2024). Οι τίτλοι Tier II της Alphabank, ύψους 500 εκατ. τιμολογήθηκαν στο 4,25%.

Επομένως θα έχουν πλέον την δυνατότητα να αρχίσουν να χρηματοδοτούν την οικονομία με χαμηλότερα επιτόκια. Αν και εδώ, τόσο τα τρέχοντα επιτόκια χορηγήσεων, όσοι και οι εγγυήσεις που ζητούνται, δεν έχουν λάβει ακόμα ρεαλιστικά χαρακτηριστικά.

Αλλά και οι εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο, μπορούν πλέον να χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις τους μέσω ομολογιακών δανείων με χαμηλότερο κόστος, ώστε να δημιουργήσουν ευκολότερα θέσεις εργασίας.

Όπως για παράδειγμα με την ΤΕΝΕΡΓΑ (Τέρνα Ενεργειακή) που πλέον δανείζεται από τους ομολογιούχους με επιτόκιο 2,6%, έναντι επιτοκίου 3,85% το 2017. Επιπλέον, η εμπιστοσύνη έρχεται να δράσει καταλυτικά .ν χώρο των ΑΜΚ (Αυξήσεων των Μετοχικών Κεφαλαίων), με κλασσικότερο παράδειγμα αυτό της Lamda Development, που προχώρησε σε επιτυχημένη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ύψους 650 εκατ. ευρώ, για να χρηματοδοτήσει το έργο του Ελληνικού, που θα ανοίξει πάνω από 70,000 θέσεις εργασίας.


Από τον Ιούλιο μέχρι σήμερα, δεν ηχούν ούτε τα νταούλια, ούτε κυριαρχεί ο διχαστικός, αναχρονιστικός και αντιεπενδυτικός λόγος.

Ακούγονται πλέον σοβαρά σχέδια, λαμβάνονται συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, καταγράφονται τα πρώτα αποτελέσματα και κτίζεται σιγά – σιγά ένα κλίμα εμπιστοσύνης.

Πράγμα δύσκολο. Διότι όλοι όσοι έχουν κόψει έστω και ένα τιμολόγιο στη ζωή τους, ή έχουν εισπράξει έστω και έναν μισθό, γνωρίζουν ότι η εμπιστοσύνη, όσο εύκολα χάνεται, τόσο δύσκολα ξανακερδίζεται.

Κωνσταντίνος Χαροκόπος
liberal.gr

Πηγή http://politika-gr.blogspot.com/2020/02/09.html