[ccpw id="136103"]
Ξεκινώντας από έναν πάτο αδιανόητο για τα δικά μας σύγχρονα δεδομένα, ακραία φτωχή και κοινωνικά διαλυμένη, έφτασε να είναι μια χώρα-παράδειγμα σε μια σειρά από τομείς, από την ψηφιακή διακυβέρνηση μέχρι την εκπαίδευση.

Σίγουρα έχετε διαβάσει πολλά εκθειαστικά άρθρα και σε αυτήν εδώ την εφημερίδα, και δεν είναι όλα υπερβολές.

Πρόκειται για ένα οπωσδήποτε αξιοθαύμαστο επίτευγμα.

Σκεφτείτε μόνο το εξής:

  • τo 1995, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της ήταν 3.000 σημερινά δολάρια. 
  • Την ίδια χρονιά, το ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν 13.000 σημερινά δολάρια. 

Σήμερα, το ελληνικό κατά κεφάλην ΑΕΠ είναι 19.000 δολάρια. Της Εσθονίας είναι 20.000.

Οι Εσθονοί, που λέτε, ξέρουν πολύ καλά τι έχουν καταφέρει. Και αυτό είναι το θέμα του σημερινού άρθρου: η υπερηφάνεια τους.

Σε όλες τις έρευνες που περιλαμβάνουν την ερώτηση “είστε περήφανοι που είστε Έλληνες;” οι Έλληνες απαντούν “ναι” σε ποσοστά συγκλονιστικά. 90% “ναι”. Όλοι υπερήφανοι, σφύζουν.

Αλλά είναι πραγματική υπερηφάνεια αυτή; Απεικονίζει ένα αυθεντικό αίσθημα ανωτερότητας; Ή μήπως κάτι άλλο;

Είμαι σκεπτικός, επειδή πριν από λίγες ημέρες είδα πώς μοιάζει η πραγματική υπερηφάνεια, και η πραγματική υπερηφάνεια μοιάζει με ένα νεαρό Εσθονό στο Ταλίν να μου λέει ότι η χώρα του είναι “νούμερο ένα στο δείκτη φορολογικής ανταγωνιστικότητας” (εμείς είμαστε νούμερο τριάντα) ή “οι μαθητές μας είναι νούμερο τρία στον κόσμο στα μαθηματικά” (οι δικοί μας είναι νούμερο σαράντα πέντε).

Το να μιλάς με έναν άνθρωπο που είναι πραγματικά υπερήφανος για τα σύγχρονα, τα σημερινά επιτεύγματα της κοινωνίας στην οποία ζει και συμμετέχει, και άρα για τον ίδιο του τον εαυτό σε εντελώς ρεαλιστικό, πραγματικό επίπεδο και όχι θεωρητικά, είναι ιδιαίτερη εμπειρία, αξιοσημείωτη.

Διαπίστωσα ότι δεν είναι κάτι που μου συμβαίνει συχνά.

Μέσα στην ίδια εβδομάδα μίλησα για θέματα οικονομικά και κοινωνικά και με ανθρώπους από τις ΗΠΑ, τη Βουλγαρία, τη Γερμανία, την Ολλανδία και αλλού και αυτό το πράγμα δεν το ένιωσα με κανέναν άλλο.

Στις περισσότερες χώρες οι άνθρωποι, ό,τι κι αν δηλώνουν στις έρευνες, μοιάζουν βαθιά απογοητευμένοι από τη συνισταμένη της κοινωνίας τους. Γκρινιάζουν, δίνουν έμφαση στα πολλά πράγματα που η χώρα τους δεν κάνει καλά, είναι απογοητευμένοι και ανυπόμονοι για λύσεις, αλλαγές, μια διόρθωση πορείας.

Στην Εσθονία οι άνθρωποι καμαρώνουν. Κι όχι για τα όμορφα σοκάκια της γραφικής παλιάς τους πόλης -καμαρώνουν γι’ αυτά που κάνει η κοινωνία τους σήμερα, για όσα έχει πετύχει, για την πορεία που έχει ήδη.

Βεβαίως, δεν είναι τίποτε ημίθεοι αυτοί εκεί πέρα, ούτε καμία εξωγήινη πάστα αρίστων. Ίσα ίσα. Κανονικοί άνθρωποι είναι παραξενιές έχουν, και αδυναμίες χτυπητές.

Είναι και τύποι ιδιόμορφοι. Όπως μου εξήσε νεαρή ντόπια, ο μπαμπάς της οποίας ήταν σκηνοθέτης τηλεοπτικών διαφημίσεων για το καθεστώς επί σοβιετικής κατοχής, οι Εσθονοί είναι κλειστοί άνθρωποι. Δεν ανοίγονται εύκολα. Μια εξήγηση είναι τα κατάλοιπα της εμπειρίας του να ζεις με το φόβο ότι ο γείτονας θα σε καταδώσει στην KGB, συνέχεια, μέρα νύχτα, για όλη σου τη ζωή. Μόνο τριάντα χρόνια έχουν περάσει από τότε. Τι να κάνεις; Μένουν χούγια.

Επιπλέον, κάτω από την υπερηφάνεια και τη χαρά υποβόσκει κι ένας μαζεμένος εθνικισμός, ο οποίος εξωστρεφώς εκφράζεται και με ήπιες και διαρκείς διακρίσεις κατά της ρωσόφωνης μειονότητας. Αναμενόμενο, θα πει κανείς, δεδομένης της ύπαρξης του πάνοπλου και πανίσχυρου εχθρού από δίπλα, αλλά υπάρχει αυτό το πράγμα στην κοινωνία τους, η οποία δεν είναι φτιαγμένη μόνο από ομόνοια, δημιουργικότητα και καπατσοσύνη.

Είναι ωραία όμως αυτή η υπερηφάνεια. Τη ζήλεψα.

Και είναι και ενδεικτική των μελλοντικών προοπτικών ενός λαού.

Πας σε άλλες χώρες, ακόμα και στις παραδοσιακές, πλούσιες, ανεπτυγμένες της Δύσης και παίρνεις την αίσθηση ότι η ακμή τους βρίσκεται στο παρελθόν, ότι τώρα πασχίζουν να διατηρήσουν κεκτημένα ή να καθυστερήσουν τη διολίσθηση, το αφουγκράζεσαι αυτό, το νιώθεις.

Και πας και . Ταλίν, και νιώθεις ότι εδώ η ακμή, η κορύφωση, είναι μπροστά τους. Ότι το μέλλον τους προδιαγράφεται λαμπρό.

Απλά, ξέρετε, ειδικά για ανθρώπους πληγωμένους, σαν εμάς, από ένα σημείο και μετά τόση υπερηφάνεια κουράζει. Κάποια στιγμή αρχίζει να μοιάζει με έπαρση.

“Κοιτάχτε να σας δείξω τι μπορώ να κάνω με την ηλεκτρονική μου ταυτότητα από το κινητό μου”, λέει ο άλλος, και τσουπ βγάζει ένα τάδε πιστοποιητικό, ή σου λέει το ιστορικό από τρακαρίσματα που έχει το αυτοκίνητο που είναι παρκαρισμένο δίπλα.

“Αυτό το σύστημα το φτιάξαμε πριν από δέκα χρόνια”, σου λέει, και αρχίζει να απαριθμεί τις χώρες από όλο τον κόσμο που τους παρακαλάνε για βοήθεια ώστε να το αντιγράψουν.

Τα ακούς αυτά μία, τα ακούς δύο, καμαρώνεις, τους χαίρεσαι, τους συγχαίρεις, συμμερίζεσαι τη χαρά και τη ζέση και μετά αρχίζει να σε τρώει η ζήλια και τα πιο ποταπά ένστικτα, και νιώθεις την ανάγκη να απομακρυνθείς για λίγο, να επιστρέψεις στην παρέα με τους Βούλγαρους και τους Αμερικάνους, να κάτσετε κάπου ήσυχα να γκρινιάξετε μεταξύ σας για τα χάλια του ο καθένας και να αισθανθείς, έτσι, πιο οικεία. Σαν στο σπίτι σου.

ΘΟΔΩΡΗΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
kathimerini.gr

Πηγή http://politika-gr.blogspot.com/2019/12/blog-post_596.html