Μόνο που το «μνημονιακό» πλεόνασμα που θα ανακοινώσουν σήμερα η ΕΛΣΤΑΤ και η Eurostat δεν θα έχει το παραμικρό ουσιαστικό αντίκρυσμα. 
Διότι για φέτος και το 2020 η κυβέρνηση έχει εξαντλήσει τα περιθώρια, μοιράζοντας ήδη όλο το διαθέσιμο υπερ-πλεόνασμα από τον περασμένο Δεκέμβριο.

Με άλλα λόγια το ποσοστό που θα ανακοινωθεί σήμερα, και που θα έχει σύμφωνα με πληροφορίες μπροστά τον αριθμό “τέσσερα”, δηλαδή θα διαμορφωθεί στα επίπεδα του 4%, περίπου μισή μονάδα πάνω από τον επίσημο στόχο του 3,5%, δεν μπορεί να διανεμηθεί.

Τα περίπου 900 αυτά εκατ ευρώ θα αφορούν την προηγούμενη χρονιά.

Παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει την σημερινή ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ καθαρά επικοινωνιακά.

Το σκεπτικό της θα είναι ότι αφού για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά καταφέρνει να πετύχει υπερ-πλεονάσματα, θα τα καταφέρει και φέτος. Όπως ακριβώς δηλαδή πέτυχε πέρυσι να εμφανίσει τεράστιο δημοσιονομικό χώρο, παρ’ ότι διένειμε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ τόσο για το έκτακτο κοινωνικό μέρισμα, όσο και για τα αναδρομικά, το ίδιο θα πετύχει και φέτος.

Το πολιτικό αυτό επιχείρημα θα χρησιμοποιήσει η ελληνική πλευρά κατά τις συζητήσεις με τους δανειστές αμέσως μετά το Πάσχα.

Είναι το μόνο που μπορεί να κάνει καθώς η πορεία του φετινού προϋπολογισμού, άρα και το αν υπάρχει περιθώριο για νέες παροχές, θα πιστοποιηθεί μετά το καλοκαίρι, όταν και θα υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.

Αλλά η κυβέρνηση δεν έχει τον πολιτικό χρόνο να περιμένει το φθινόπωρο, προκειμένου να ανακοινώσει νέα μέτρα μόνιμης απόδοσης. Όταν θα έχει οριστικοποιηθεί το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2019, θα είναι πλέον πολύ αργά, οι βουλευτικές εκλογές θα αποτελούν ήδη παρελθόν.

Έτσι μένει να φανεί κατά πόσο ο Αλ. Τσίπρας θα ρισκάρει να ανακοινώσει νέες παροχές μετά το Πάσχα, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των θεσμών ή αν θα κινηθεί εντός των στενών περιθωρίων του προϋπολογισμού και του μεσοπρόθεσμου σχεδίου που θα κατατεθεί τον Μάιο.

Πολλά περιθώρια δεν υπάρχουν. Παρ’ όλα αυτά το οικονομικό επιτελείο δέχεται πιέσεις να ανακοινωθεί το συντομότερο δυνατόν τουλάχιστον ένα μέτρο άμεσης εφαρμογής, όπως η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση από το 24% στο 13%, το οποίο απαιτεί κοντά στα 300 εκατ ευρώ.

Σίγουρα η διάρρηξη των σχέσεων με τους θεσμούς δεν θα είχε άμεσο αρνητικό αποτέλεσμα δεδομένου ότι η επόμενη εκταμίευση δόσης από τα κέρδη των ANFAs και των SMPs στην πράξη θα γίνει το φθινόπωρο. Αλλά η ψήφιση παροχών χωρίς να αποδεικνύεται ότι υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος, θα αποτελούσε εξαιρετικά κακό μήνυμα προς τις αγορές οι οποίες κατανοούν μόνο σε έναν βαθμό τη “θεωρία του εκλογικού κύκλου”.

Ένα λοιπόν πιθανό σενάριο είναι, στο πλαίσιο κατάθεσης του μεσοπρόθεσμου προγράμματος δημοσιονομικής στρατηγικής, να “διανεμηθεί” από τώρα ο δημοσιονομικός χώρος όλης της περιόδου μέχρι και το 2023.

Ειδικά το 2023, το προς διάθεση ποσό μπορεί να εκτιναχθεί δεδομένου ότι δεν θα υπάρχει ο στόχος για το υπερ-πλεόνασμα του 3,5%.

Βέβαια, ακόμη και γι’ αυτό το σχέδιο παροχολογίας, η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει υπόψη της:

1. Πρώτον ότι η δέσμευση για διατήρηση του αφορολογήτου έχει από μόνη της πολύ υψηλό δημοσιονομικό κόστος που φτάνει στα 2 δισ. ευρώ. Και αυτό πρέπει να καλυφθεί αν η κυβέρνηση θέλει να εξασφαλίσει το πράσινο φως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ακύρωση του μέτρου.

2. Δεύτερον ότι υπάρχει μπροστά η «βόμβα» των αναδρομικών από τις διεκδικήσεις των συνταξιούχων και των δημοσίων υπαλλήλων. Το ποσό έχει υπολογιστεί σύμφωνα με το ΔΝΤ στα 9 δισ ευρω.

3. Τρίτον ότι έχουν ήδη ψηφιστεί μέτρα που επηρεάζουν τους μελλοντικούς προϋπολογισμούς και πρέπει να ληφθούν υπόψη. Αυτά είναι η μείωση των συντελεστών φορολόγησης στα νομικά πρόσωπα και στα μερίσματα, η δεύτερη φάση της μείωσης του ΕΝΦΙΑ και η διατήρηση του ειδικού καθεστώτος του ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου για ακόμη έξι μήνες.

Του Γιώργου Φιντικάκη
liberal.gr

Πηγή http://politika-gr.blogspot.com/2019/04/blog-post_130.html

Share.