Καμία πολιτική σκοπιμότητα δεν επιβάλλει στην Τασία Χριστοδουλοπούλου να ενθρονίζει στην έδρα της Βουλής το λουδοβίκειο ύφος της – «εγώ διευθύνω», «εγώ προεδρεύω», «θα σας διώξω έξω». 
Κανένα πολιτικό συμφέρον δεν εξυπηρετούν τα κοάσματα οιστρήλατου βατράχου –«σας έχω»– με τα οποία ο Πολάκης φαντάζεται ότι σωφρονίζει τους δημοσιογράφους.

Φταίνε και οι χαρακτήρες.

Αλλά τόσοι χαρακτήρες συντονιζόμενοι παύουν να είναι περιπτώσεις.

Τόσα ύφη συνυφασμένα συνιστούν ύφος μιας εξουσίας.

Είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει κανείς αυτήν την ομοιογένεια και στον τρόπο με τον οποίο ο μονίμως χαμογελαστός πρωθυπουργός περιέγραψε τους διαμαρτυρόμενους κατά του Μακεδονικού ως ακραίους και άμυαλους.

Αν εγκαταλείψει κανείς τους συμπεριφορισμούς, πώς πρέπει να ερμηνεύσει πολιτικά αυτή την κοινή συμπεριφορά;

Η πιο δημοφιλής απάντηση εστιάζεται στην ψυχική στόμωση που προκαλεί η μακρά παραμονή στην εξουσία.

Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, όμως, η πηγή του ύφους μοιάζει να είναι ένας αριστερός ελιτισμός, που δεν χαρακτηρίζει μόνο την ελληνική Αριστερά.

Πρόκειται για μια δογματική υπεροψία που περιφρονεί τις κοινές ανασφάλειες, αποδίδοντάς τες σε χαμηλό επίπεδο καλλιέργειας.

Για τη Χριστοδουλοπούλου, ας πούμε, όποιος αισθάνεται φόβο απέναντι στους πρόσφυγες είναι ακραίος – δηλαδή αντίπαλος, ανεπίδεκτος πειθούς.

Για τον ΣΥΡΙΖΑ –κι αυτούς που λαχταρούν να επιβιβαστούν στο άρμα του– όποιος έχει ανασφαλή ταυτότητα και αισθάνεται την ύπαρξή του συνδεδεμένη με ένα τοπωνύμιο εξοβελίζεται από τον καλό, τον νοήμονα λαό.

Αυτή η πολιτική αυταρέσκεια βρίσκει το ομόλογό της και στην άλλη όχθη του πολιτικού χάρτη – σε εκείνους που περίπου αρνούνται την ιδιότητα του πολίτη στους «σανοφάγους» και στους οικονομικά αναλφάβητους.

Πέρα από το σωστό και το λάθος, από το σεμνό και το αλαζονικό, αξίζει κάποιος να αναρωτηθεί τι εκλογικά αποτελέσματα μπορεί να έχει αυτή η στάση.

Ποιος ωφελείται όταν ο πρωθυπουργός –αντί να φιλοδοξεί να μεταστρέψει– αναθεματίζει ως θερμοκέφαλη την κοινωνική πλειοψηφία;

Ποιες κοίτες ποτίζονται όταν η Χριστοδουλοπούλου διεκδικεί την ιδιοκτησία του κράτους σαν κομματική λοκομοτίβα διορισμών;

Ποιες δυνάμεις κερδίζουν όταν η προεδρεύουσα βρίσκεται στην ανάγκη να καλεί τη Βουλή να ψηφίσει για το αν έχει όντως ψηφίσει – για το αν έχει ολοκληρωθεί η ψηφοφορία της προηγουμένης· όταν ο ίδιος ο πρόεδρος της Βουλής προαναγγέλλει την ενσωμάτωση στον ΣΥΡΙΖΑ φερτής βουλευτικής ύλης;

Η κυβέρνηση έχει ποντάρει στη γρήγορη πέψη του Μακεδονικού.

Ακόμη κι αν έχει δίκιο, δεν έχει υπολογίσει τι επίδραση θα έχει η διαρκής συκοφάντηση των θεσμών από την υβριδική της πλειομειοψηφία.

Δεν έχει υπολογίσει τίνος εκλογική λεία μπορεί να είναι η εικόνα αλλεπάλληλων κοινοβουλευτικών βραχυκυκλωμάτων που ήδη προκαλεί η δεδηλωμένη της γκαζόζας.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗΣ
kathimerini

Πηγή

Share.