[ccpw id="136103"]

Πριν από λίγους μόλις μήνες κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ -ανάμεσά τους και ο Πρόεδρος της Βουλής- εκτιμούσαν πως η συμφωνία των Πρεσπών θα ψηφιζόταν με ευρεία πλειοψηφία από την Βουλή των Ελλήνων.

Τώρα, το Μαξίμου «μετράει τα κουκιά», με στόχο να πετύχει οριακή πλειοψηφία για την ψήφιση της συμφωνίας. Γιατί συμβαίνει αυτό και ποιος είναι ο κίνδυνος που διαγράφεται;

Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με το ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (χωρίς) ΑΝΕΛ επιχείρησε από την αρχή όχι μόνο να διαπραγματευτεί εν κρυπτώ τα της συμφωνίας -υπό την πίεση του ευρωατλαντικού παράγοντα- αλλά συσχέτισε την πρωτοβουλία αυτή με τις στενές κομματικές επιδιώξεις: από τη μια, η εκτίμηση ότι μια επίτευξη συμβιβασμού σε ανύποπτο πολιτικό χρόνο δεν θα απασχολούσε ιδιαίτερα την κοινή γνώμη.

Από την άλλη, η βεβαιότητα ότι η ΝΔ θα οδηγούταν σε διάσπαση για το Μακεδονικό, ενίσχυε την άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ενισχυόταν στο πολιτικό σκηνικό της χώρας – ακόμα και αν οι ΑΝΕΛ εξαφανίζονταν από τον πολιτικό χάρτη.

Η «αχαριστία» προς τον κ. Καμμένο -που όμως εξακολουθούσε και εξακολουθεί να στηρίζει, ως δεκανίκι, το κυβερνητικό σχήμα- συνδυαζόταν από εξ ίσου υπεραισιόδοξες προβλέψεις για συγκλίσεις σε πολιτικό πεδίο τόσο με το ΚΙΝΑΛ όσο και με το Ποτάμι.

Τίποτε από όλα αυτά δεν λειτούργησε. Αιτία του κακού, ακριβώς η στρατηγική της κυβέρνησης για σύνδεση ενός κρίσιμου εθνικού θέματος με τις πολιτικές της επιδιώξεις, με φόντο τις εκλογές βεβαίως.

Η κοινή γνώμη -όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις- εναντιώθηκε και εναντιώνεται στη συμφωνία των Πρεσπών.

Η ΝΔ δεν διασπάστηκε και έμειναν οι κατηγορίες του Μαξίμου για εκτροπή του κ. Κυρ. Μητσοτάκη προς τον «εθνολαϊκισμό»…

Το ΚΙΝΑΛ αντιτάχθηκε στη συμφωνία και δέχτηκε ομαδικά πυρά από το Μαξίμου, που βάθυνε το χάσμα.

Στο Ποτάμι άρχισαν να επικρατούν δεύτερες σκέψεις, που ανάγκασαν το Μαξίμου να εμπλακεί την περασμένη Κυριακή σε ένα ιδιότυπο μπρα ντε φερ με τον κ. Σταύρο Θεοδωράκη, με εμφανή σημάδια εκνευρισμού.

Οι ΑΝΕΛ συνεδριάζουν κάθε τόσο για να συνεδριάσουν την επομένη.

Συμπέρασμα; 

Ο ΣΥΡΙΖΑ, μετατρέποντας τη συμφωνία των Πρεσπών σε κομματικό εργαλείο, χάνει κάθε δυνατότητα συμμαχιών.

Η κουβέντα που γίνεται τώρα αφορά το ενδεχόμενο συνεργασιών των μικρότερων κομμάτων με τη ΝΔ-δείγμα κι αυτό της δυσχερούς θέσης που βρίσκεται ο κ. Τσίπρας.

Όσο για τις διαθέσεις της κοινής γνώμης, οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν μεγάλες πλειοψηφίες εναντίωσης.

Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την «ερμηνεία» επίμαχων διατάξεων της συμφωνίας των Πρεσπών από τον κ.Ζάεφ-μόνο που δεν είναι ερμηνεία αλλά εντός του πλαισίου της συμφωνίας.

Οι αναφορές για «Μακεδόνες του Αιγαίου» ήρθαν να ενισχύσουν τους φόβους για το πώς εννοεί η άλλη πλευρά τα περί διδασκαλίας της «μακεδονικής γλώσσας» και στην Ελλάδα.

Ποιο είναι όμως το πρόβλημα;

Σε μια συζήτηση στο ACTION 24 το βράδυ της Δευτέρας, έγινε μια αναφορά στα όσα είχε πει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης το 1991 – και κανείς ούτε το Μαξίμου δεν αμφισβητεί τις προθέσεις του να επιλυθεί, από τότε, το πρόβλημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας.

Με έναν όμως όρο, όπως ο ίδιος σημείωνε στη συνέντευξή του στην ΔΕΘ εκείνη τη χρονιά: «Η Ελλάς είναι η μόνη βαλκανική χώρα η οποία δεν έχει μειονοτικά προβλήματα. Δεν έχει με την έννοια ότι το πρόβλημα της μουσουλμανικής μειονότητας έχει οδηγηθεί στο δρόμο που οι διεθνείς συνθήκες ορίζουν. Και δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε. Και δεν έχει με την έννοια ότι η λεγόμενη «μακεδονική μειονότητα» είναι μειονότητα φάντασμα. Είναι η μοναδική περίπτωση, από όσες εγώ γνωρίζω, όπου την μειονότητα την παρουσιάζουν τρίτοι, απ’ έξω από τη χώρα και όχι μέσα στην ενδιαφερόμενη χώρα.» (Κ. Μητσοτάκης 8.9.1991).

Μέσω όμως των «φροντιστηρίων της μακεδονικής» -και της δημιουργίας ΜΚΟ που οραματίζεται ο κ. Δανέλης- επιχειρείται να τεθεί θέμα «εισαγόμενης» μακεδονικής -και όχι σλαβομακεδονικής μειονότητας-, με τάσεις μονοπώλησης του ονόματος «Μακεδονία» από τους Σκοπιανούς.

Αυτό όμως εκτρέπει εντελώς τη συζήτηση για τη συμφωνία ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό και μεταλλάσσεται ταχέως σε χρήση του «μακεδονικού» μονοπωλίου των Σκοπίων και εντός της ελληνικής επικράτειας.

Αυτό δεν ανοίγει απλώς «Κερκόπορτα», αλλά θεόρατη πόρτα για όχι τόσο μελλοντικές εμπλοκές και εντάσεις.

Ευτύχης Παλλήκαρης
athensvoice.gr

Πηγή