Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά, αφού βγήκε από σχεδόν για δεκαετία λιτότητα που συνδεόταν με τα προγράμματα διάσωσης, η χώρα θα μπορούσε να αποκτήσει κάποια εορταστική ευθυμία. 
Οι παροχές ίσως βοηθήσουν επίσης το κόμμα του (ΣΥΡΙΖΑ) να έχει καλύτερες πιθανότητες στις εκλογές του 2019. Αλλά η χρονική συγκυρία είναι ατυχής και η Ελλάδα, η οποία ήταν το επίκεντρο της τελευταίας κρίσης που έπληξε την ευρωζώνη, ίσως περάσει δυσκολίες που προέρχονται από αλλού.

Ο Γιάννης Μουρμούρας, υποδιοικητής της ΤτΕ, δήλωσε στο συνέδριο του ελληνοαμερικανικού εμπορικού επιμελητηρίου αυτή την εβδομάδα ότι το ποτήρι είναι μισογεμάτο. Εξάλλου, η οικονομία αναπτύχθηκε 2,2% στο γ΄ τρίμηνο σε σχέση με το περασμένο έτος και εάν οι τελευταίες εκτιμήσεις της Κομισιόν είναι σωστές, θα αναπτυχθεί σχεδόν 2% φέτος και στο επόμενο έτος. Οι εξαγωγές τα πάνε καλά και η ανεργία οδηγείται χαμηλότερα.

Στο μεταξύ η χώρα εμφάνισε ακόμη μεγαλύτερα πλεονάσματα του προϋπολογισμού από ό,τι υποσχέθηκε, επέστρεψε στις αγορές πέρυσι, και θα είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους για τα επόμενα χρόνια χωρίς να εκδώσει περισσότερα ομόλογα.

Αλλά ένα ποτήρι που είναι μισογεμάτο, είναι επίσης και μισοάδειο. 

Το ΑΕΠ είναι χαμηλότερο από το 2001, όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στο ευρώ, και οι ετήσιες επενδύσεις, οι οποίες υποχώρησαν 65% από το peak τους το 2007 και το χαμηλότερο σημείο τους το 2017, δεν έχουν ακόμη ανακάμψει. Η ανεργία του 18,6% είναι η υψηλότερη της ευρωζώνης.

Περισσότερο από το ένα τρίτο των νέων ανθρώπων είναι εκτός εργασίας, και η χώρα έχει υποστεί brain drain καθώς μορφωμένοι επαγγελματίες αναζητούν καλύτερες προοπτικές στο εξωτερικό.

Παρά τις βαθιές περικοπές δαπανών, το ελληνικό χρέος θα υπερβεί το 180% του ΑΕΠ φέτος. Ενώ οι δανειστές του επίσημου τομέα έχουν “απλώσει” τις ανάγκες της χώρας για αποπληρωμή των υποχρεώσεών της σε δεκαετίες και με πολύ χαμηλά επιτόκια, μέχρι στιγμής δεν έχουν διαγράψει καθόλου χρέος.

Και πάλι, η έξοδος της Αθήνας από το επίσημο πρόγραμμα διάσωσης δίνει στον Τσίπρα περισσότερο “χώρο” τον οποίο χρησιμοποιεί για να αναδείξει τις διαφορές μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Δημοκρατίας, η οποία προηγείται στις δημοσκοπήσεις.

Η δήλωση του Τσίπρα σε ένα ξενοδοχείο της Αθήνας την Τρίτη ήταν ότι οι πολιτικές για την αύξηση των επενδύσεων συμβαδίζουν με το ανανεωμένο ενδιαφέρον για τη βοήθεια των φτωχότερων. Ως εκ τούτου θέλει να χαλαρώσει τη λιτότητα με μέτρα όπως την πρόσληψη περισσότερων υπαλλήλων στο δημόσιο τομέα και τη μείωση του φόρου ακινήτων, ενώ σταδιακά μειώνει τον εταιρικό φόρο.

Αυτό το μήνυμα δεν ακούστηκε εξίσου καλά στο κατά κύριο λόγο επιχειρηματικό ακροατήριο, σε σχέση με το κάλεσμα για ταχύτερες περικοπές των εταιρικών φόρων και περισσότερα μέτρα για την προσέλκυση των ξένων επενδύσεων, που έκανε ο ηγέτης της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης μία ημέρα νωρίτερα.

Ήταν ιδιαίτερα επικριτικός στα σχέδια της κυβέρνησης και δήλωσε ότι οι πολίτες θέλουν καλές δουλειές, παρά τις παροχές που χρηματοδοτήθηκαν από την υπερβολική λιτότητα των προηγουμένων ετών.

Οι σύμμαχοι του Τσίπρα επισημαίνουν ότι αυτές οι περικοπές στον προϋπολογισμό εφαρμόστηκαν εξαιτίας της επιμονής της ΕΕ και του ΔΝΤ και ότι μια μεγαλύτερη προσοχή στην κοινωνική δικαιοσύνη είναι δυνατή και απαραίτητη.

Περισσότερο από το ένα τρίτο των Ελλήνων ηλικίας 18-65 αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, σύμφωνα με την στατιστική υπηρεσία. Οι ηλικιωμένοι έχουν δεχθεί μειώσεις στις συντάξεις.

Όταν ερωτηθούν για την καθημερινή ζωή τους, ακόμη και κάποια από τα μέλη του ελίτ ακροατηρίου λένε ιστορίες για μέλη της οικογενείας τους των οποίων οι μισθοί στον δημόσιο τομέα έχουν μειωθεί ή για ανθρώπους που αναβάλλουν το γάμο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας των 30 ετών διότι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά να φύγουν από το σπίτι των γονιών τους.

Αυτή η δυσοίωνη εικόνα πλήττει επίσης το τραπεζικό σύστημα. Είναι αλήθεια ότι η προσφορά πιστώσεων έχει σταματήσει διότι τα επισφαλή δάνεια αντιστοιχούν σχεδόν στο ήμισυ της συνολικής έκθεσης των τραπεζών. Αλλά υπάρχει επίσης ένα πρόβλημα με τη ζήτηση. Οι αιτήσεις για στεγαστικό δάνειο στη Eurobank βρίσκονται στο ένα δέκατο των προ κρίσης επιπέδων.

Μόνο οι μειώσεις φόρων, δεν μπορούν να λύσουν αυτά τα προβλήματα. Ένα σταθερό φορολογικό καθεστώς, λιγότερη γραφειοκρατία και μια επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών που μπορεί να χρειαστούν μια δεκαετία ή και περισσότερο για να βγάλουν μια ετυμηγορία, είναι πιο σημαντικά. Είναι επίσης και για τους πολιτικούς πιο δύσκολο να τα πετύχουν.

Ωστόσο, οι συζητήσεις της εγχώριας πολιτικής ίσως να μην καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα θα κινηθεί τον επόμενο χρόνο τα δύο επόμενα έτη. Ενώ η κυβέρνηση δεν χρειάζεται άμεσα χρήματα, θέλει να βγει στις αγορές ομολόγων σε τακτά χρονικά διαστήματα και σε σταδιακά όλο και μεγαλύτερης διάρκειας εκδόσεις, για να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της ως δανειολήπτη.

Εάν μείνει εκτός αγορών για πολύ, ίσως δυσκολευτεί να κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη των επενδυτών, ιδίως εάν ξεκινήσει να χρησιμοποιεί το ταμειακό της απόθεμα.

Αλλά δεν θα ήταν επίσης σοφό να δανειστεί με υπερβολικά υψηλά επιτόκια. Οι ανησυχίες για τον προϋπολογισμό της Ιταλίας έχουν οδηγήσει σε άνοδο τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων στις χώρες της Νότιας Ευρώπης.

Επίσης, το QE τελειώνει και η οικονομική ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί στην Ευρώπη ενώ αυξάνονται και οι εμπορικές εντάσεις παγκοσμίως. Αυτό θα κάνει τους επενδυτές ιδιαίτερα “ευαίσθητους” σε τυχόν κακές επιλογές πολιτικής και σε ολισθήματα στον προϋπολογισμό.

Ο Τσίπρας θα διαπιστώσει ότι οι επενδυτές δεν συγχωρούν τόσο εύκολα όσο εκείνοι οι ψηφοφόροι που αισθάνονται προδομένοι από την στροφή του 180 μοιρών αναφορικά με τη λιτότητα.

Πηγή

Share.