[ccpw id="136103"]
«Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να πάψουμε να κρύβουμε τις ιδέες μας.
  • Να πάψουμε να φοβόμαστε μην μας κακοχαρακτηρίσουν οι αντίπαλοί μας.
  • Να ξαναβρούμε την ιδεολογική μας ταυτότητα.
  • Να σκύψουμε και πάλι στις διαχρονικές μας αξίες.
  • Να τις αναδείξουμε, να τις κάνουμε σημαία μας, να κερδίσουμε την κοινωνία.

Ελευθερία, αξιοπρέπεια, κοινωνική δικαιοσύνη, αξιοκρατία, ισονομία, δημοκρατία, πατρίδα, είναι αξίες και ιδανικά που τα ενστερνίζεται απόλυτα το σύνολο της κοινωνίας. Τα κουβαλάει μέσα της.»

Αυτά τα λόγια ανήκουν στην ομιλία του Αντώνη Σαμαρά στο έκτακτο συνέδριο της ΝΔ λίγο πριν την ιστορική εκλογή αρχηγού από την βάση της παράταξης στις 29 Νοεμβρίου 2009.

Αν διαβάσει κάποιος με προσοχή την τότε κατάθεση ψυχής του μετέπειτα πρωθυπουργού, θα συνειδητοποιήσει πέρα από το πόσο επίκαιρα παραμένουν εκείνα τα αιτήματα κι οι προτάσεις, πόσο δικαιωμένος θα πρέπει να αισθάνεται ο ίδιος αλλά και όσοι τον στήριξαν.

Η μετέπειτα πορεία του πιστοποιεί την τριπλή δικαίωση που λίγοι περίμεναν, πολλοί πολέμησαν και σήμερα άπαντες παραδέχονται.

Τριπλή γιατί καλύπτει όλες τις μετέπειτα περιόδους αλλά κυρίως και βασικά ζητούμενα που έθετε εξαρχής η προσπάθεια του για ανάληψη της ηγεσίας της ΝΔ.

Ξεκινώντας από το πώς οριοθέτησε το πλαίσιο και τις αρχές της Νέας Μεταπολίτευσης, σε κομματικό αλλά και εθνικό επίπεδο.

Περνώντας στις οικονομικές και διαχειριστικές κρατικές προτεραιότητες, θέτοντας στόχους και μεθόδους επίτευξης τους πολύ πριν καταστούν μνημονιακές ανάγκες.

Προειδοποιώντας εγκαίρως για τις διεθνείς εξελίξεις και κρούονντας τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της Ε.Ε.

Δικαιώθηκε πλήρως, επειδή τόλμησε να μιλήσει ευθαρσώς για την διαχρονικότητα των παραταξιακών ιδεών, τον σεβασμό στην εθνική συνείδηση και τον ιστορικό μας πλούτο.

Δεν δίστασε να αρθρώσει ξεκάθαρο λόγο που δεν ψαρεύει στα θολά νερά της αποϊδεολογικοποίησης, της άχρωμης ρητορικής μεσότητας (άλλο πράγμα η εκπροσώπηση της μεσαίας τάξης) και της αποστειρωμένης γενικολογίας.

Δεν φοβήθηκε να στηλιτεύσει τους φοβικούς κομματικούς μηχανισμούς, την αγκυλωτική οικογενειοκρατία, τον διαβρωτικό καιροσκοπισμό.

Δικαιώθηκε πλήρως, γιατί ενώ αντιτέθηκε στον κρατισμό οριοθέτησε τον απαραίτητο εποπτικό ρόλο ενός φιλελεύθερου κράτους δίχως ιδεολογικές εμμονές.

Τόλμησε να καταθέσει εναλλακτικές προτάσεις διαχείρισης της κρίσης όταν η κοινή γνώμη μοιράζονταν ανάμεσα στους άκριτους υπερασπιστές του όποιου μνημονίου και τους υπερφίαλους δραχμιστές.

Προτάσεις που όταν χρησιμοποιήθηκαν στην κυβερνητική του θητεία βοήθησαν στην ταχύτερη επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και την έξοδο από το πρόγραμμα προσαρμογής.

Προτάσεις που υπηρέτησαν πολλοί από τους αρχικούς επικριτές του συμμετέχοντας στο κυβερνητικό σχήμα. Επισημάνσεις για λάθη που αποδέχτηκαν οι ίδιοι οι δανειστές.

Δικαιώθηκε πλήρως, όπως δικαιώνονται όσοι κατανοούν ότι δεν υπάρχει πολιτική χωρίς διορατικότητα.

Αναφέρθηκε από την πρώτη στιγμή στις αρρυθμίες της Ε.Ε. μπρος στα μεγάλα ζητήματα των καιρών.

Την μετανάστευση, την αμυντική προοπτική, την ανεργία, τη θέση της στον διεθνή ανταγωνισμό, την δημοκρατικότητα των θεσμών της και την λογοδοσία στους πολίτες,

Αποφεύγοντας τις θυμικές ακρότητες που οδηγούν μόνο σε αδιέξοδα, όπως περίτρανα αποδείχτηκε και στην Ελλάδα με το πολυεπίπεδο πισωγύρισμα του ΣΥΡΙΖΑ («το ατύχημα που δεν έπρεπε να έχει συμβεί» όπως εύγλωττα το χαρακτήρισε), επικεντρώθηκε στην θεσμική ενίσχυση, την αναπτυξιακή και κοινωνική αλληλεγγύη, την κατανόηση των εθνικών ιδιαιτεροτήτων.

Συχνά λέμε ότι οι κοινωνίες έχουν τους ηγέτες που τους αξίζουν. Πως οι συλλογικές επιλογές αντικατοπτρίζουν τις ανασφάλειες, τα απωθημένα και την συνειδησιακή αξία μας.

Αναντίρρητα αυτή η υπόθεση έχει επανειλημμένα αποδειχτεί σωστή.

Κατά καιρούς όμως προκύπτουν ιστορικές στιγμές στις οποίες εμφανίζονται ηγέτες που αντιλαμβάνονται πολύ νωρίς αυτό που η κοινωνία ίσως αδυνατεί ακόμη να αρθρώσει αλλά το αισθητήριο της λαμβάνει σχετικά μηνύματα.

Και τότε υπάρχουν δυο δρόμοι.

Αυτός της σταδιακής επίγνωσης και της δικαίωσης των κατάλληλων ηγετικών προσωπικοτήτων ή αυτός της υπεκφυγής και της «αυτοκτονίας».

Μέσα στην τελευταία δεκαετία κατορθώσαμε να περάσουμε κι από τα δυο στάδια. Ας ελπίσουμε ότι διδαχθήκαμε αρκετά…

Κωνσταντίνος Μανίκας
lastpoint.gr

Πηγή