[ccpw id="136103"]

Μήπως όμως υπάρχει μια υπερβολή σε τούτη τη διαπίστωση; Να ένα ερώτημα που το επιβάλλει η στοιχειώδης καλή πίστη.
Του Στέλιου Συρμόγλου
Αν και υπόδικη η ελληνική κοινωνία εξαιτίας σφαλμάτων πολιτικών, ψευδαισθήσεων, πολιτικών μύθων, ισάριθμων διαφυγών στην ελπίδα και ολκής αδιεξόδων, υπάρχουν πολιτικοί ηγέτες που έχουν απαλλαγεί από την αλύτρωτη αγγαρεία του ψέματος, και μόνον αυτό είναι αρκετό για να τους εξασφαλίσει ένα εύσημο;
Οσο το σκέπτεται κανείς, τόσο και καταλήγει στο αναπόδραστο συμπέρασμα ότι δεν αμφισβητείται τούτο το “ταλέντο” της Ελλάδας να έχει ηγεμονεύοντες , αλλά να μην έχει ηγεσία. Σε τούτη τη χώρα, αισθητοποιείται καλλίτερα από οπουδήποτε αλλού ο αντιφατικός χαρακτήρας της πολιτικής. Η αντίφαση είναι γενικό γνώρισμα της εγχώριας πολιτικής.
Και στην αντίφαση, πέραν των άλλων χαρακτηριστικών της, καταφαίνεται ο προβληματικός της χαρακτήρας. Ξεκινώντας από τα μειονεκτήματά της , φτάνουμε στις αντιφάσεις της. Ξεκινώντας από τα ελάχιστα πλεονεκτήματα της, φτάνουμε πάλι στις αντιφάσεις της. Ο καθημερινός άνθρωπος σταματάει βέβαια στα ισχνά πλεονεκτήματα, ενώ, ασύνειδα, πληρώνει τις κυρίαρχες αντιφάσεις.
Ο αναλυτικός νους ζυγίζει τα ισχνά και “καχεκτικά” πλεονεκτήματα και τα πληθωρικά μειονεκτήματα και βλέπει, ανήσυχα, τα μειονεκτήματα ν’ ακολουθούν γεωμετρική πρόοδο. Εκείνο που τον ανησυχεί περισσότερο, είναι πως τα μειονεκτήματα κρύβονται, τα πλεονεκτήματα διαφημίζονται.
Αυτό κι αν είναι ταλέντο!
Η “βιομηχανία” της σπατάλης πολιτικών ψεμάτων, λόγου χάρη, έχει έργο να προβάλλει τα πλεονεκτήματα. Τα μειονεκτήματα τα υπογραμμίζουν κάτι “γραφικοί” διανοούμενοι που είτε δεν φτάνει στο σύνολο η φωνή τους είτε, όταν φτάνει, μοιάζει ενοχλητική, γκρινιάρικη.
Αλλά κι αν ακουστούν, τι βγαίνει; Μια πρόχειρη έρευνα καταδείχνει ότι βρίσκονται στο περιθώριο και δεν συγκροτούν μια ελπίδα για άλλη μορφή ηγεσίας, πέραν της κατεστημένης. Και τελικά η γνώμης τους καταγράφεται στη μεροληψία της νοσταλγίας, άρα εξουδετερώνεται, τουλάχιστον κατά ένα ποσοστό όχι ευκαταφρόνητο.
Οι περισσότεροι από μια έρπουσα κοινωνική αδράνεια σωπαίνουν, συμβιβάζονται με την εγχώρια κοντόθωρη μορφή της ηγεσίας. Ετσι, το παράδοξο αυτού του “ταλέντου” ξεπερνιέται. Και οι πολίτες παρέχουν, εν αναπαύσει, τη συγκατάθεση της στην πορεία της πολιτικής, στην ανάπτυξη τούτου του “ταλέντου” και παραμένουν ακατεύθυντοι, με τον χείμαρρο των γεγονότων να τους ξεπερνά και να γίνονται συλλέκτες των χειρίστων σε κοινωνικό και εθνικό επίπεδο.
Μια διάθεση, εξάλλου, διάχυτα αρνητική, που χαρακτηρίζει κάποιους ή ένα μέρος της νεολαίας, δεν είναι αρκετή για να αποψιλώσει τούτο το “ταλέντο”. Σε τούτη τη κοινωνία η όποια αντίδραση, δεν μιλάμε για εξέγερση, δεν συνοψίζεται σε μια λέξη καθαυτό αρνητική: Contestation ( αμφισβήτηση), που κυριάρχησε σαν μια στέρεα ψυχολογική μαρτυρία σ’ άλλες κοινωνίες και συνέβαλε στην κοινωνική πρόοδο ως βάση για ένα πιστεύω.

. .

..

. . . ..



Πηγή