[ccpw id="136103"]

Η συζήτηση περί οικονομίας και μεταμνημονιακού αναπτυξιακού σχεδίου στη Βουλή ερμηνεύθηκε από πολλούς ως μια «επίσημη έναρξη της προεκλογικής περιόδου». Ο λόγος ήταν ότι οι πολιτικοί αρχηγοί – πλην του Πάνου Καμμένου, ο οποίος έλειπε σε προγραμματισμένο ταξίδι στο Καζακστάν – εκλήθησαν να μιλήσουν πρώτη φορά συγκροτημένα για το δέον γενέσθαι μετά τη λήξη των μνημονίων.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΧΡΙΣΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Από: topontiki.gr
Η αλήθεια είναι ότι, ακριβώς επειδή η συζήτηση αφορούσε την οικονομία και οι δύο μονομάχοι Αλέξης Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης – συν την αιτηθείσα τη συζήτηση Φώφη Γεννηματά – θέλησαν να δώσουν τη μάχη σε αυτό το πεδίο, οι αναφορές στο ζήτημα της ονοματοδοσίας της ΠΓΔΜ είχαν μηδαμινή ένταση και σημασία.
Κι όμως, όλοι γνωρίζουν ότι οι εξελίξεις στο θέμα αυτό μπορεί όχι μόνο να οδηγήσουν σε εκλογές, αλλά και να καθορίσουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις μετεκλογικές εξελίξεις.
● Το πρώτο κρίσιμο στοιχείο είναι αν θα υπάρξει λύση. Διότι, αν δεν υπάρξει, τότε το θέμα της κάλπης θα εξαρτηθεί από εντελώς διαφορετικούς παράγοντες.
● Το δεύτερο είναι το είδος της λύσης και τα χαρακτηριστικά της.
● Το τρίτο είναι η στάση του απόντος χθες από τη συζήτηση Καμμένου, η οποία θα αποβεί καθοριστική για τη συνέχιση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ.
Ας δούμε λοιπόν με λεπτομέρειες πώς το θέμα της ΠΓΔΜ μπορεί να επηρεάσει τα πολιτικά πράγματα της χώρας το επόμενο διάστημα.
Χωρίς ψήφο, κυβέρνηση γιοκ
Κατ’ αρχάς ο Καμμένος δήλωσε και την Τρίτη ότι «δεν πρόκειται να ψηφίσουμε κανένα όνομα που να περιέχει τον όρο “Μακεδονία”», καθώς η μη αποδοχή του όρου «Μακεδονία» εμπεριέχεται στην ιδρυτική διακήρυξη των ΑΝΕΛΛ και, κατά συνέπεια, επ’ ουδενί μπορεί να παρακαμφθεί.
Βεβαίως, προς το παρόν, ο συγκυβερνήτης του Τσίπρα διατηρεί την εκτίμηση ότι δεν υπάρχει δυνατότητα εξεύρεσης λύσης, διότι «ο κ. Ζάεφ είπε πως δεν δέχεται αλλαγές στο σύνταγμα». Συνεπώς «αυτό τελειώνει τη συζήτηση», καθώς «η αλλαγή του συντάγματος αποτελεί προϋπόθεση για την κυβέρνηση».
Η θέση αυτή επιτρέπει στον Καμμένο να αποφεύγει τη συζήτηση επί της δικής του στάσης σε περίπτωση λύσης με σύνθετη ονομασία, η οποία αυτονοήτως θα συμπεριλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία». Δεν αλλάζει όμως την κρίσιμη βεβαιότητα: Οι ΑΝΕΛΛ δεν μπορούν να ψηφίσουν κανένα σενάριο λύσης που θα φτάσει στη Βουλή. Κι ας λένε καθησυχαστικά οι κυβερνητικοί ότι η λύση θα είναι τέτοια ώστε θα μπορεί και ο μικρός εταίρος να την ψηφίσει.
Εδώ το ερώτημα είναι αυτονόητο: Αν οι ΑΝΕΛΛ δεν ψηφίσουν υπέρ της λύσης που θα φέρει ο πρωθυπουργός στη Βουλή, πώς είναι δυνατόν να συνεχιστεί η συγκυβέρνηση; Η πλέον λογική απάντηση είναι ότι… δεν μπορεί. Αν οι ΑΝΕΛΛ δεν προσφέρουν την ψήφο τους σε μια υπόθεση κορυφαίας σημασίας για την κυβέρνηση, τότε θα πρέπει να αποχωρήσουν από αυτήν, αφού η παραμονή τους θα συνιστά ανέκδοτο. Πώς να μείνεις σε μια κυβέρνηση που έχει παραβιάσει μια από τις βασικότερες καταστατικές σου αρχές;
Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει την επιβίωση των ΑΝΕΛΛ
Τι θα μπορούσε όμως να σημαίνει η αποχώρηση των ΑΝΕΛΛ; Κατά πάσα πιθανότητα την προσφυγή σε κάλπες. Έστω και αν δοθεί λίγος χρόνος ζωής σε μια κυβέρνηση μειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να ολοκληρώσει τη διαδικασία εξόδου από το μνημόνιο, η οποία υπήρξε ο κύριος ιδρυτικός λόγος της κυβερνητικής σύμπραξης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ.

Θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει αναζητώντας στήριξη από μεμονωμένους βουλευτές; Πιθανότατα όχι, καθώς αυτό θα προϋπέθετε (αριθμητικά) και τη στήριξη κάποιων εκ των βουλευτών των ΑΝΕΛΛ. Αυτή όμως είναι μια επιλογή την οποία δεν θα ήθελε ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, επειδή δεν πρόκειται να ωφεληθεί από τυχόν εκλογική κατάρρευση των ΑΝΕΛΛ.

Αν οδηγηθούμε σύντομα σε εκλογές με την κυβέρνηση επιβαρυμένη από πολιτικό κόστος για το «Σκοπιανό», ο ΣΥΡΙΖΑ θα προτιμούσε μεγάλο μέρος δυσαρεστημένων για το θέμα αυτό ψηφοφόρων να κατευθυνθούν στους ΑΝΕΛΛ και όχι στη Ν.Δ. – η οποία είχε προσφάτως σπεύσει να αγκαλιάσει τα συλλαλητήρια –, ώστε η Κουμουνδούρου να διεκδικήσει με καλύτερους όρους την εκλογική νίκη.

Ακόμη και σε περίπτωση εκλογικής ήττας του, ο ΣΥΡΙΖΑ θα χρειάζεται οπωσδήποτε την επιβίωση των ΑΝΕΛΛ, διότι η είσοδός τους στη Βουλή αυξάνει τον αριθμό των κοινοβουλευτικών κομμάτων και άρα ανεβάζει το όριο της επιδιωκόμενης από τη Ν.Δ. αυτοδυναμίας.

Αν η Ν.Δ. κερδίσει τις εκλογές, όσο μακρύτερα βρεθεί από την αυτοδυναμία τόσο δυσκολότερα – και με περισσότερες παραχωρήσεις – θα μπορεί να συγκροτήσει κυβέρνηση και ακόμη δυσκολότερα θα μπορεί να συγκεντρώσει τις 200 ψήφους για να ακυρώσει την εφαρμογή της απλής αναλογικής στις αμέσως επόμενες εκλογές.

Πέραν αυτών, όμως, αν η Ν.Δ. κερδίσει τις εκλογές χωρίς αυτοδυναμία, αναγκαστικά θα στραφεί προς το ΚΙΝΑΛΛ, το οποίο είτε θα αρνηθεί τη συγκυβέρνηση οδηγώντας τη χώρα σε νέες εκλογές με απλή αναλογική είτε θα την αποδεχθεί αφήνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ να «αλωνίζει» ολομόναχος σε ολόκληρο το αντιπολιτευτικό γήπεδο των κομμάτων εξουσίας.

Υπό το φως αυτών των πολιτικών παραμέτρων, όσο και αν η κάθετη διαφωνία – όπως εμφανίζεται σήμερα – μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛΛ μοιάζει ανυπέρβλητη, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι τα δύο κόμματα θα βρεθούν σε τροχιά πραγματικής σύγκρουσης. Τα συμφέροντά τους είναι κοινά και ίσως γι’ αυτό η αντιπολίτευση έχει πάψει το τελευταίο διάστημα να υποδαυλίζει τις διαφορές τους στο θέμα της ΠΓΔΜ.

Έστω με καθυστέρηση, φαίνεται να έχουν αντιληφθεί ότι αυτή η τακτική, αντί να εκθέτει τον ΣΥΡΙΖΑ, άνοιγε τον δικό τους… λάκκο!

. .

..

. . . ..



Πηγή