[ccpw id="136103"]

Ο νεκρός δικαιώνεται. Το έργο του, όμως, δεν τον ακολουθεί στο σκοτάδι του μνήματος. Μένει εδώ έξω, μαζί μας, κρίνεται και δοκιμάζεται από τη ζωή.

Οι άνθρωποι οφείλουν να αναγνωρίσουν στον Γιώργο Κουρή το δικαίωμα να αναπαυθεί εν ειρήνη. Να είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει, μαζί με λήθη και σιωπή. 

 
Όμως αυτό που άφησε πίσω του ο Κουρής, είναι εκεί έξω, δίπλα μας, αν δεν είναι σε μεγάλο βαθμό μέσα μας. 
 
Ο αυριανισμός δεν είναι, απλώς, μία αισθητική εκδοχή του Τύπου. Είναι ολόκληρο σύστημα αντίληψης των πραγμάτων, κώδικας για τη σύνταξη κοσμοθεωρίας, για κάποιους δε, υπήρξε και τρόπος ζωής.

Στις ημέρες μας τυπώνονται πρωτοσέλιδα που είναι πολύ πιο χυδαία από εκείνα τα κραυγαλέα οκτάστηλα της «Αυριανής», με τα ξύλινα γράμματα. Απλώς σήμερα τα καταναλώνουμε με απάθεια, συνηθισμένοι στην αισθητική και στην ακρότητα του αυριανισμού. Τότε, όμως, όταν ο Κουρής τα έβαζε με τον Χατζιδάκι, έκανε τον Μητσοτάκη πράκτορα των Ναζί και εκπόρνευε τη γυμνή Λιάνη, ο λαός τα έβαζε στον κόρφο του με ένα χαιρέκακο χαμόγελο στο στόμα. Γιατί η «Αυριανή» έκανε για πρώτη φορά κάτι που μέχρι τότε έδειχνε αδιανόητο: κρέμασε στο περίπτερο την πιο φθηνή εκδοχή του εαυτού μας. Τη νομιμοποίησε, χωρίς βέβαια να την απενοχοποιήσει. 

 

 
Μίσος για τον Χατζιδάκι

Η συγκυρία βέβαια έχει πάντα τη σημασία της. Η «Αυριανή» κυκλοφόρησε το 1980, όταν το ΠΑΣΟΚ, ως άτι εξουσίας, έσκαβε με την οπλή το χώμα, λίγο πριν από την τελική έφοδο. Το καλοκαίρι του 1980 έγινε η μεγάλη απεργία του Τύπου, καθώς οι τυπογράφοι αντιδρούσαν στο πέρασμα από τη λινοτυπία στη φωτοσύνθεση. Και κάπως έτσι, στα περίπτερα της χώρας υπήρχαν μόνο τρεις εφημερίδες: η «Αυγή», ο «Ριζοσπάστης» και η «Αυριανή».

Κόστιζε πέντε δραχμές. Σχεδόν δωρεάν. Οι υπόλοιπες εφημερίδες κόστιζαν τα τριπλάσια. Ήταν φθηνή. Από κάθε άποψη. Και έβγαζε στο περίπτερο αυτό που συζητούσαν τα λαϊκά καφενεία. Υποστήριζε, φυσικά, το ΠΑΣΟΚ, προσδίδοντας μεσιανικά χαρακτηριστικά στον Ανδρέα. Και επένδυε στο θυμικό των αναγνωστών της, ανασύροντας εμφυλιοπολεμικά συνθήματα, εκτρέφοντας, παράλληλα, το αντιδεξιό σύνδρομο.

Δεν ήταν δα και τόσο δύσκολο να το πετύχει αυτό, έξι χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας. Με απλή συνταγή, σατανικά επιτυχημένη. Γλώσσα απλή, με λίγες λέξεις. Ο κόσμος χωρισμένος στα δύο, σε ΠΑΣΟΚ και δεξιούς, σε καλούς και κακούς. Οτιδήποτε αντιπροσωπεύει το λαϊκό, αποθεώνεται. Το ελιτίστικο διαπομπεύεται. Οι επιθέσεις προς τον Χατζιδάκι και τον Ιόλα δεν ήταν μόνο προσωπικές. Συμβόλισαν το μίσος για το ελιτίστικο, το αστικό, για τα μαύρα πρόβατα που αρνούνται να μπουν στο μαντρί. Η δε επίθεση στον Μητσοτάκη, ως… συνεργάτη των Ναζί, εισήγαγε νέα ήθη στην πολιτική αντιπαράθεση, σε αγαστή συνεργασία με τον Ανδρέα και το ΠΑΣΟΚ της εποχής.

Άλλωστε η επιρροή του Κουρή προς τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν ήταν κάτι κρυφό. Ο Κουρής τον έπεισε να μην ανανεώσει τη θητεία του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Και έτσι η «Αυριανή» έγινε «Η εφημερίδα που γκρέμισε τον καραμανλισμό», κάτι που διατήρησε ακόμα και όταν στήριζε με θέρμη την κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή. 
 
 

 
Συνεταιρικά στη νίκη…

Συχνά αναρωτιέμαι αν ήταν ο Κουρής που εξέφρασε την εποχή ή τη διαμόρφωσε. Εγιναν και τα δύο. Η «Αυριανή» εκδόθηκε σε μία εποχή ευφορίας του λαϊκού, με τα πλατιά κομμάτια της κοινωνίας να απαλλάσσονται από τον φόβο του αστυφύλακα, ακούγοντας ρεμπέτικες κομπανίες. Κατά κάποιον τρόπο, εκείνη την εποχή η «Αυριανή» εμφανίστηκε ως μία άμεση και αυθόρμητη περιγραφή των πραγμάτων. Στη γλώσσα του λαού για τον λαό. Για αυτό έφτασε και να πουλάει 200.000 φύλλα.

Η Kontra News δεν γνώρισε καμία κυκλοφοριακή επιτυχία. Ακολούθησε την παλιά συνταγή όταν πια διατίθενται καλύτερες. Εκανε βέβαια τη δουλειά της, στο βαθμό που μπορούσε, κρεμασμένη στα περίπτερα της χώρας. Σήμερα, άλλωστε, πολλές εφημερίδες κυκλοφορούν μόνο για τους αναγνώστες του περιπτέρου.

Βέβαια αν κοιτάξεις πιο προσεκτικά τον ελληνικό Τύπο των ‘80ς και ‘90ς θα διαπιστώσεις ότι το αποτύπωμα του Γιώργου Κουρή ήταν πιο βαθύ από εκείνο που άφησε η «Αυριανή». Το λαϊκό, εύπεπτο ύφος υποχρέωσε και ένα κομμάτι του συστημικού Τύπου να υιοθετήσει ελαφρώς πιο χαλαρή διάθεση. Επίσης επηρέασε, κατά κάποιον τρόπο, το ύφος και το χρώμα της, αποκαλούμενης, «μαχητικής» και καταγγελτικής δημοσιογραφίας. Ουσιαστικά ο Κουρής έλεγε στον δημοσιογράφο ότι μπορεί να σηκώσει τους τόνους όσο θέλει, δεν υπάρχει πρόβλημα.

 

 
Με έξι μήνες διαφορά

Αν προέκυψε κάτι πραγματικά ενδιαφέρον από όλο αυτό, είναι ο «Φίλαθλος», που εισήγαγε νέα προσέγγιση στην αθλητική δημοσιογραφία, αν και εκεί ήταν οι προσωπικότητες του Νίκου Καραγιαννίδη και του Κώστα Καίσαρη που επισκίαζαν τον Κουρή. Όμως και πάλι, ο «Φίλαθλος» δεν σε άφηνε να ξεχάσεις ότι ήταν παιδί της «Αυριανής».

Ως επιχειρηματίας, ο Κουρής έκανε έξυπνες κινήσεις και στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση. Ως εργοδότης, όμως, ελέγχεται διαχρονικά για τη στάση που υιοθέτησε έναντι των υπαλλήλων του. Το δε Alter είναι πλέον μνημείο…

Πέθανε στα 82 του, σχεδόν πλήρης ημερών. Εγραφε κάθε μέρα. Υπέγραφε από το νεκροκρέβατο του. Αναρωτιέμαι αν αυτοί οι άνθρωποι πεθαίνουν ευτυχείς για τον προσωπικό τους απολογισμό και την ένταση της ζωής τους. Πιθανότατα έτσι έφυγε ο Κουρής. Αλλωστε δεν μετάνιωσε ποτέ, ούτε αισθάνθηκε ποτέ την ανάγκη να ζητήσει συγγνώμη. Αν μη τι άλλο, ένα φτωχό παιδί από την Κεφαλλονιά έφτασε εκεί που δεν μπορούσε να φανταστεί. Και όσο για τη μομφή πάνω σε αυτά που έβγαζε στο περίπτερο, ας πέσει και στα χιλιάδες κεφάλια αυτών που τα αγόραζαν.

Κώστας Γιαννακίδης
protagon

Πηγή