Ας πάψουμε να συμπεριφερόμαστε σαν ένα μικρό και κατατρεγμένο κράτος, που σέρνεται πίσω από τα γεγονότα.

Ας το πάρουμε απόφαση ότι ο ελληνικός αποτρεπτικός μηχανισμός έχει αποτύχει, και ας αντιγράψουμε πλήρως το Ισράηλ, το πιο πετυχημένο παράδειγμα χώρας διεθνώς που μεριμνά μόνο του για την αυτοπροστασία του, λέει στο Liberal ο Σπύρος Λίτσας, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο ΠΑΜΑΚ.

Μιλά για την ανάγκη να τα αλλάξουμε όλα, να οικοδομήσουμε μια νέα Υψηλή Στρατηγική απέναντι στη Τουρκία, να αναβαθμίσουμε το στρατιωτικό μας δόγμα, και να εμβαθύνουμε την επιχειρησιακή μας λειτουργία στο ΝΑΤΟ. 

Και δηλώνει απολύτως σύμφωνος με τη θέση Μητσοτάκη για σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας, καθώς χρειαζόμαστε θεσμικά όργανα με τεχνοκρατική εξειδίκευση για να ενισχύεται το διεθνές στίγμα της Ελλάδας και οι πολύ-επίπεδοι μηχανισμοί αποτροπής.

«Εχουμε μείνει στην εποχή της κρίσης των Ιμίων του 1996», επισημαίνει με νόημα.

«Συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε την Τουρκία περιπτωσιολογικά, και κατά το δοκούν, έννοιες όπως “νέο-οθωμανισμός” δεν λένε τίποτε απολύτως στην Αθήνα, ενώ αγνοούμε τι είναι οι Διεθνείς Σχέσεις, οι Στρατηγικές Σπουδές, οι Σπουδές Ασφάλειας», τονίζει ο καθηγητής του ΠΑΜΑΚ.

Και εκφράζει την ανησυχία του για τις εξελίξεις στη Τουρκία, καθώς η πιο δυναμική πηγή αντιπολίτευσης προς τον Ερντογάν είναι η Meral Akşener, άλλος ένας εκπρόσωπος της εθνικιστικής λαϊκίστικης ακροδεξιάς.

Αυτό το δεδομένο δείχνει ότι η ακροδεξιά ενισχύεται στην Τουρκία επομένως οι πιέσεις προς το σύνολο των γειτόνων θα είναι μεγαλύτερες.

– Mετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία το καλοκαίρι του 2016, βλέπουμε μια Αγκυρα όλο και πιο νευρική (Συρία, Ιράκ, κλπ). Και αρκετοί υποστηρίζουν ότι η ένταση σε Αιγαίο, Κύπρο και αλλού, όπως στον Εβρο, ήταν θέμα χρόνου. Πιστεύετε ότι η Αθήνα αξιολόγησε σωστά αυτή τη νευρικότητα;

Δυστυχώς η Αθήνα, διαχρονικά, υποβαθμίζει το διεθνές δρώμενο για λόγους που έχουν να κάνουν με το σύνδρομο του «μικρού και κατατρεγμένου κράτους».

Αξιολογήθηκε ορθά η αλλαγή παραδείγματος που συντελείται στην Τουρκία από την έλευση του AKP στην εξουσία στις αρχές του 21ου αιώνα; Αξιολογήθηκε σε βάθος η Αραβική Άνοιξη; Αξιολογήθηκε ορθά η βαθιά κρίση στο Πάρκο Γκεζί; Το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016;

Όχι! Γιατί; Γιατί ο πολιτικός κόσμος όχι μόνο δεν έχει επαφή με τις πανεπιστημιακές σχολές των Διεθνών Σχέσεων στην Ελλάδα, τμήματα με επιστήμονες με διεθνή αναγνώριση και διεθνές κύρος, αλλά ούτε επιθυμεί να μάθει τι είναι οι Διεθνείς Σχέσεις, οι Στρατηγικές Σπουδές, οι Σπουδές Ασφάλειας κλπ.

Σε αυτό το πλαίσιο είμαι απολύτως σύμφωνος με τη θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι χρειάζεται η σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας. Χρειαζόμαστε θεσμικά όργανα με τεχνοκρατική εξειδίκευση για να ενισχύεται το διεθνές στίγμα της Ελλάδας και οι πολύ-επίπεδοι μηχανισμοί αποτροπής.

– Μήπως, συνεχίσαμε να αντιμετωπίζουμε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ωσάν να μην είχε αλλάξει τίποτε;

Η Αθήνα δυστυχώς έχει μείνει στην εποχή της κρίσης των Ιμίων του 1996. Έννοιες όπως «νέο-οθωμανισμός» ή «μαξιμαλιστική στρατηγική αποτύπωση» δεν λένε τίποτε απολύτως στην Αθήνα όχι γιατί οι Έλληνες ειδικοί επιστήμονες δεν παράγουν έργα γύρω από αυτά τα θέματα αλλά γιατί στην πραγματικότητα η Τουρκία αντιμετωπίζεται περιπτωσιολογικά και κατά το δοκούν και όχι συστηματικά.

– Αλλά ακόμη και αν υπήρχε η αίσθηση ότι η τουρκική πρακτική έχει επιστρέψει σε άλλες εποχές, είδατε εσείς κάποιες κινήσεις για να αποτραπεί η κλιμάκωση;

Οι κλιμακώσεις στη διεθνή πολιτική αποφεύγονται μέσω της οικοδόμησης ενός αποδοτικού πλαισίου αποτροπής. Ο ελληνικός αποτρεπτικός μηχανισμός, για πολιτικούς αλλά και οικονομικούς λόγους είναι πλέον μη αποδοτικός όπως άλλωστε δείχνει και η Τουρκική συμπεριφορά στο Αιγαίο.

Πρέπει να αλλάξουν πολλά σε όλα τα επίπεδα και φοβάμαι ότι έχουμε χάσει πολύτιμο καιρό αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή. Πρέπει να γίνουμε ένα σύγχρονο κράτος και στο επίπεδο του στρατηγικού σχεδιασμού αλλά και των δογμάτων.

– Το ρωτώ γιατί από τον εμβολισμό του σκάφους στα Ίμια, έως την σύλληψη των δύο στρατιωτικών στον Έβρο, δείχνουμε να αδυνατούμε να ελέγξουμε την κλιμάκωση. Απλώς σερνόμαστε πίσω από τα γεγονότα…

Είναι η μοίρα της σύγχρονης Μήλου να σέρνεται πίσω από τα γεγονότα. Όσο είναι βολικό το δόγμα της μικρής Ελλάδας και όσο δεν εκσυγχρονιζόμαστε γενικότερα, αρνούμενοι τις τεχνολογικές εξελίξεις, αρνούμενοι να μεταμορφωθούμε σε ένα έξυπνο κράτος απλώς γιατί μια χούφτα τοπικοί ολιγάρχες επιθυμούν να συνεχίσει η Ελλάδα να ζει σε παρατεταμένο τέλμα για να μπορούν να διαφεντεύουν τις τύχες του τόπου αυτού θα παρακολουθούμε τις ίδιες επαναλήψεις όχι μόνο στο Αιγαίο.

– Εντέλει ποια είναι η στρατηγική μας; Μήπως περιορίζεται στο να ελπίζουμε σε μία δήλωση των Ευρωπαίων εταίρων μας ή σε ένα ευνοϊκό tweet του Αμερικανού πρέσβη;

Θα ήθελα να σημειώσω ότι ευτυχώς που η Ελλάδα είναι μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, όπως επίσης είναι ευτυχής συγκυρία για την Ελλάδα η παρουσία του Αμερικανού Πρέσβη, Geoffrey Pyatt, στην Αθήνα, ενός διπλωμάτη με τεράστια εμπειρία στη διαχείριση διεθνών κρίσεων υψηλής έντασης αλλά και με αγάπη για την Ελλάδα και τους Έλληνες.

Προσωπικά πιστεύω ότι το πρόβλημα είναι εντελώς αντίθετο. Δεν είμαστε σε θέση να εκμεταλλευτούμε ούτε τις συμμαχίες μας σε διεθνές επίπεδο αλλά ούτε έχουμε και τη διάθεση να αναπτύξουμε το δόγμα της Αυτοβοήθειας, αντιγράφοντας πλήρως το παράδειγμα του Ισραήλ που είναι το πιο επιτυχημένο παράδειγμα αυτοβοήθειας διεθνώς.

– Με τι θα παρομοιάζατε τη τουρκική πολιτική; Με τη πολιτική πίεσης των Σοβιετικών στην Φινλανδία κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ή με την ρωσική πολιτική στην Κριμαία που ταυτίστηκε με την σύγχρονη εκδοχή του υβριδικού πολέμου;

Η Τουρκία επηρεάζεται από το δόγμα της γεωγραφικής ασφυξίας που διαπερνούσε το κράτος από την εποχή του Κεμαλισμού, ενώ με την έλευση του AKP στην εξουσία έχουν προστεθεί και ισχυρές δόσεις νέο-οθωμανικού μαξιμαλισμού που καθιστούν την Τουρκία σήμερα ένα αρχετυπικά αναθεωρητικό δρώντα στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή.

Ο πάλαι ποτέ προβληματικός γείτονας έχει γίνει εξαιρετικά επικίνδυνος πλέον γιατί δείχνει ότι δυσανασχετεί μέσα στα δυτικά πρότυπα φλερτάροντας ανοικτά με τη Μόσχα και την Τεχεράνη.

– Προ ημερών ο Πρωθυπουργός δήλωσε από τη Βουλή για τους δύο Ελληνες στρατιωτικούς ότι «δεν θα αναδείξω ένα σύνηθες μεθοριακό επεισόδιο σε μείζον διπλωματικό που μπορεί ενδεχομένως να μας μπλέξει σε περιπέτειες». Συμφωνείτε;

Όχι! Αυτή τη στιγμή δυο μέλη του Ελληνικού Στρατού βρίσκονται στις Τουρκικές φυλακές. Χρειάζεται απόλυτη συναίσθηση του θέματος και η Ελλάδα οφείλει να κάνει ότι είναι δυνατόν ώστε να επιστρέψουν οι δυο Έλληνες στην πατρίδα. Είναι θέμα ουσίας, συναίσθησης καθώς και διαφύλαξης του εθνικού κύρους και γοήτρου.

– Από εβδομάδα καταφτάνουν στη Κύπρο τα βοηθητικά σκάφη της Exxon Mobil. Αραγε η Τουρκία θα δοκιμάσει τις αντοχές των Αμερικανών, όπως έκανε και με την ΕΝΙ;

Θεωρώ ότι η Άγκυρα δεν θα αποτολμήσει κάτι τέτοιο. Όχι γιατί δεν επιθυμεί μια τέτοιου είδους κλιμάκωση αλλά γιατί γνωρίζει ότι δεν μπορεί και δεν είναι προς το συμφέρον της.

Βέβαια δεν μπορώ να αποκλείσω μια ενέργεια υψηλού ρίσκου από την Τουρκία. Από το 2016 και μετά το πλαίσιο αντιδράσεων της γείτονας έχει περάσει κατά ένα μεγάλο μέρος και στη ζώνη της μεταφυσικής.

– Ενδιαφέρεται πραγματικά η ΕΕ να κόψει το βήχα της Τουρκίας; Και τι να αναμένουμε στη Σύνοδο Κορυφής της Βάρνας για τα ευρωτουρκικά, εφόσον τελικά πραγματοποιηθεί;

Θα ήταν λάθος αν η ΕΕ λειτουργούσε ως ο αυστηρός δάσκαλος προς την Τουρκία. Κι αυτό γιατί, ας είμαστε ρεαλιστές, η Τουρκία μπορεί να δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην ΕΕ και πρωτίστως στην Ελλάδα με τις μεταναστευτικές ροές.

Από την άλλη όμως δεν αναμένω πολλά από τη Σύνοδο της Βάρνας.

Από τη μια η Ευρώπη δείχνει ότι δεν έχει την υπομονή να συνδιαλλαγεί με τον Τουρκικό ναρκισσισμό, ενώ από την άλλη η Τουρκία έχει εγκαταλείψει τη διάθεση της να γίνει ένα κράτος πραγματικά δυτικό.

Η Τουρκία σήμερα βρίσκεται πολύ πιο κοντά στις στενωπούς του σαλαφιστικού Ισλάμ παρά στη δυτική αστική φιλελεύθερη δημοκρατία. Κι αυτό είναι αρνητικό για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.

– Ενόψει των εκλογών του 2019, ο Ερντογάν συμφώνησε να συνεργαστεί με το εθνικιστικό κόμμα της γείτονας. Υποδηλώνει αυτό στροφή προς ένα αφήγημα ακόμη πιο αποσταθεροποιητικό και άρα πιο επικίνδυνο για εμάς;

Ο Ερντογάν συνεργάζεται με το εθνικιστικό κόμμα των Γκρίζων Λύκων, το Milliyetçi Hareket Partisi, εδώ και χρόνια. Το εξαιρετικά ανησυχητικό είναι όμως ότι αυτή τη στιγμή στην Τουρκία η πιο δυναμική πηγή αντιπολίτευσης προς τον Ερντογάν είναι η Meral Akşener άλλος ένας εκπρόσωπος της εθνικιστικής λαϊκίστικης ακροδεξιάς. Αυτό το δεδομένο δείχνει ότι η ακροδεξιά ενισχύεται στην Τουρκία επομένως οι πιέσεις προς το σύνολο των γειτόνων θα είναι μεγαλύτερες.

– Εν κατακλείδι, ποιες πιστεύετε ότι θα πρέπει να είναι οι κινήσεις της χώρας μας απέναντι στην Τουρκία το αμέσως προσεχές διάστημα;

Η Ελλάδα οφείλει να οικοδομήσει μια νέα Υψηλή Στρατηγική που θα αναμορφώσει την ήπια ισχύ μας, θα λάβει υπόψη της τα οικονομικά μας δεδομένα ως προς την αναβάθμιση των πυλώνων σκληρής ισχύος μας, θα «εκπαιδευθεί» να αντιμετωπίζει θέματα που κινούνται πέριξ της νέας διάστασης του «Sharp Power» (ηλεκτρονική προπαγάνδα, fake news, cyberwarfare κλπ).

Επιπλέον θα πρέπει να εμβαθύνουμε την επιχειρησιακή μας λειτουργία μέσα στο ΝΑΤΟ αλλά και να ενισχύσουμε περαιτέρω τις σχέσεις μας με το Ισραήλ.

Όλα αυτά μπορούν να γίνουν μόνο αν η Πολιτεία κινητοποιήσει το εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό της χώρας και το τοποθετήσει στην πρώτη γραμμή της συνολικής αναδιαμόρφωσης.

Το να αναμασάμε μανιωδώς άρθρα του Διεθνούς Δικαίου απέναντι στην Τουρκία που αντιλαμβάνεται την πολιτική με όρους χομπεσιανής εφαρμογής καταντά όχι μόνο αφελές αλλά και γραφικό και επικίνδυνο.

Συνέντευξη του Σπύρου Λίτσα στον Γιώργο Φιντικάκη
liberal.gr

Πηγή

Share.