Δεν κομίζει «γλαύκα στην Αθήνα» όποιος πει ότι συνήθης πρακτική για τις φαρμακευτικές εταιρίες είναι να επιδίδονται σε κάθε είδους «προωθητικές» ενέργειες για να αυξήσουν την κατανάλωση των σκευασμάτων τους.


Και σίγουρα δεν θα πέσει κανείς από τα σύννεφα ακούγοντας ότι ένας από τους βασικούς λόγους που κατέληξε το ελληνικό δημόσιο σε πτώχευση ήταν η εκτίναξη της φαρμακευτικής δαπάνης που παρατηρήθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες και κυρίως τα χρόνια πριν από το ξέσπασμα της κρίσης.

Σε καμία των περιπτώσεων, όμως, οι αυτονόητες αυτές αλήθειες που αφορούν τις -θεμιτές και αθέμιτες- πρακτικές των φαρμακευτικών επιχειρήσεων δεν μπορούν να αποτελέσουν άλλοθι για ένα απροσχημάτιστο παιχνίδι εργαλειοποίησης της Δικαιοσύνης με στόχο την εξόντωση όλων όσοι δεν εξυπηρετούν τους σχεδιασμούς των κυβερνώντων για διαιώνιση της παραμονής τους στις καρέκλες με ταυτόχρονη κατάκτηση όλων των εξουσιών.

Ο λόγος, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, αφορά την περιβόητη πλέον υπόθεση Novartis, την οποία οι κυβερνώντες θέλουν να αποτελεί «το μεγαλύτερο σκάνδαλοαπό ιδρύσεως ελληνικού κράτους» την ίδια ώρα που οι αντίπαλοί τους αντιτείνουν ότι πρόκειται για «τη μεγαλύτερη σκευωρία όλων των εποχών». 

Είτε ισχύει το ένα, είτε ισχύει το άλλο, το μόνο σίγουρο ότι θα σηματοδοτήσει τις επερχόμενες πολιτικές εξελίξεις. Και οι επιπτώσεις από «τον ασκό του Αιόλου» που άνοιξε θα είναι ανεξίτηλες και θα επηρεάσουν την πολιτική ζωή της χώρας για πολλά – πολλά χρόνια.

Ακόμη, πάντως, και όποιος έχει εδραία πεποίθηση ότι πολλές από τις μικρές ή μεγάλες δουλειές που γίνονται στην Ελλάδα προωθούνται μόνον όταν «λαδώνονται οι κατάλληλοι μηχανισμοί», δεν μπορεί να μην αντιμετωπίσει με θυμηδία και καγχασμό τα όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας από τις καταθέσεις των «προστατευμένων μαρτύρων» που δόθηκαν το τελευταίο διάστημα με σαφή κατεύθυνση να ενοχοποιηθούν πολιτικά πρόσωπα και να επιβεβαιωθούν οι εδώ και πάνω από ένα χρόνο σχετικές φήμες και διαδόσεις που είχαν κυβερνητική προέλευση.

Είχαν προηγηθείάλλωστε οι προαναγγελτικέςδιαρροές που προετοίμαζαν το κλίμα καθώς και η σπουδή να βγει στη δημοσιότητα το «σκάνδαλο» σε μια φάση που η κυβέρνηση έμοιαζε να χάνει την πρωτοβουλία των επικοινωνιακών κινήσεων μετά τα μεγάλα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό.

Γι΄ αυτό και πρέπει να είναι κανείς πολύ αφελής για να πιστέψει ότι έχουμε να κάνουμε με μια δικαστική έρευνα που γίνεται για να παταχθεί η διαφθορά και να επέλθει η κάθαρση.

Η επιλεκτική, εξάλλου, στοχοποίηση συγκεκριμένων προσώπων και η κραυγαλέα εξαίρεση άλλων αποτελεί την πλέον αψευδή μαρτυρία για τα ελατήρια με βάση τα οποία κινούνται όσοι ενορχηστρώνουν τη συγκεκριμένη υπόθεση.

Δεν μπορεί, για παράδειγμα, για μια παρελθούσα χρονική περίοδο να διώκονται οι υπουργοί και όχι ο πρωθυπουργός και σε άλλες να διώκονται οι πρωθυπουργοί και όχι οι αρμόδιοι υπουργοί.

Πρόκειται για «δύο μέτρα και δύο σταθμά» τα οποία σχετίζονται με τις χοντροκομμένες εκτιμήσεις και τις απίστευτες εικασίες που κάνουν οι «προστατευμένοι μάρτυρες».

Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να κατατίθεται από μάρτυρα το αμίμητο «Θεωρώ αντίθετο στη λογική των πραγμάτων και στα μεγέθη τόσο της εταιρείας όσο και της συγκεκριμένης παραγγελίας, ο Υπουργός Υγείας Αβραμόπουλος να έλαβε ως δώρο ποσό κάτω των 200.000 ευρώ» και αυτό να διαβιβάζεται στη Βουλή για να ασκηθεί δίωξη κατά του Έλληνα Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Και δεν είναι το μόνο. Με αντίστοιχες υποθέσεις των που κάνουν οι ανώνυμοι μάρτυρες «με την κουκούλα» για τα ποσά με τα οποία μπορεί να δωροδοκήθηκαν «τυλίχθηκαν σε μια κόλλα χαρτί» εμβληματικές προσωπικότητες της δημόσιας ζωής που τις συνδέει ένα κοινό στοιχείο: κανείς τους δεν έχει υποταχθεί στον ΣΥΡΙΖΑ.

Οι ασύλληπτες αστειότητες, πάντως, με τις οποίες επιχειρείται μέχρι στιγμής να «δεθεί» η υπόθεση, προκαλεί πολλές απορίες και κάνει αρκετούς να προβληματίζονται αν μπορεί να είναι μόνον αυτά τα στοιχεία με τα οποία αναμένουν οι παρασκηνιακοί ενορχηστρωτές να πετύχουν να διωχθούν δύο πρώην πρωθυπουργοί, ο κεντρικός τραπεζίτης,ο Επίτροπος και σημαίνοντα στελέχη του Κοινοβουλίου όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Ανδρέας Λοβέρδος ή ο Άδωνις Γεωργιάδης.

«Είναι αδύνατον», λένε, «να εστάλησαν τσάπρα – πάτρα στη Βουλή καταθέσεις, που δόθηκαν ακόμη και την Κυριακή του συλλαλητηρίου, χωρίς να έχουν ανοίξει λογαριασμοί που να αποδεικνύουν τη ροή του μαύρου χρήματος και δίχως να έχουν κληθεί για εξέταση εκείνοι που καταγγέλλεται ότι μοίραζαν τα λεφτά με τις βαλίτσες».

Οι προβληματισμοί είναι εύλογοι, η απάντηση, ωστόσο, είναι μάλλον εύκολη: αν υπήρχε κάτι άλλο θα το είχαμε διαβάσει στον Τύπο ή στο Διαδίκτυο, όπως διαβάσαμε μήνες πριν τα περισσότερα από όσα βλέπουμε τώρα στις καταθέσεις των προστατευμένων μαρτύρων που δόθηκαν… μεταγενέστερα.

Ας μην ξεχνούμε, άλλωστε, με ποιους έχουμε να κάνουμε.

Μιλάμε για τους ανθρώπους που χάλασαν τον κόσμο με τις λίστες Λαγκάρντ, Μπόργιανς και άλλες, αλλά στο τέλος εισέπραξαν κάτι πενταροδεκάρες αντί για τα δισεκατομμύρια που έλεγαν ότι περίμεναν.

Είναι οι ίδιοι που έβλεπαν παντού σκάνδαλα και δωροδοκίες, από τον υποτιθέμενο χρηματισμό των βουλευτών των ΑΝΕΛ για να ψηφίσουν Σταύρο Δήμα έως το ΚΕΕΛΠΝΟ και τρία χρόνια τώρα δεν έχει γίνει απολύτως που να επιβεβαιώνει τις διαστάσεις που έδιναν σε ανύπαρκτες και συχνά κατασκευασμένες ή χαμηλής σημασίας υποθέσεις.

Είναι στο τέλος – τέλος οι τύποι που αυταπατώνταν ότι,σκίζοντας το Μνημόνιο, οι ξένοι«θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν».

Με αυτά και με άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια κέρδισαν τις καρέκλες που έχουν.

Γιατί, λοιπόν, να μην θέλουν τώρα να τις κρατήσουν με την «υπόθεση Novartis» που μοιάζει και με σκάνδαλο;

Η απάντηση βρίσκεται στο πόσοι τους πιστεύουν πια. Ή, καλύτερα, στο πόσοι βαρέθηκαν την κοροϊδία και τον καθεστωτισμό και θα πάνε στις κάλπες των επόμενων εκλογών να τους μαυρίσουν.

«Η λογική των πραγμάτων…», όπως θα έλεγε και ο προστατευμένος μάρτυρας με την κουκούλα.

Πηγή

Share.