Έστω ότι το φιλμ «Η πιο Σκοτεινή Ώρα» δεν αφορά στην κινηματογραφική δραματοποίηση της στιγμής που ο Σερ Ουίνστον Τσόρτσιλ παίρνει την απόφαση, κόντρα σε όλους και όλα, να μην συνθηκολογήσει με τον Χίτλερ.

Έστω ότι, χάριν φανταστικής παιδιάς, ο Γκάρι Όλντμαν δεν μεταμορφώνεται σε Τσόρτσιλ αλλά σε Τσίπρα. Έστω λοιπόν ότι η ήδη πολυσυζητημένη χολυγουντιανή «Σκοτεινή Ώρα» είναι η «Σκοπιανή Ώρα» του Έλληνα πρωθυπουργού

Στην πραγματική ταινία, ο Τσόρτσιλ καταδύεται στον Υπόγειο του Λονδίνου για να αφουγκραστεί τον αληθινό παλμό του λαού. Μπαίνει στο τρένο και ρωτά απευθείας τους συμπολίτες του «τι θέλετε να κάνω;» 

Και εκείνοι εν χορώ, ομοθυμαδόν και άνευ δεύτερης σκέψης, με την ανατριχίλα που μόνο το Χόλιγουντ ξέρει να προκαλεί ενορχηστρώνοντας ηρωικά κρεσέντι, αποκρίνονται: «Να μην παραδοθούμε ποτέ».

Και ο Τσόρτσιλ μεταβαίνει στο Κοινοβούλιο όπου κάνει σκόνη και παραδίδει σε αιώνια καταισχύνη οποιονδήποτε πολιτικό του αντίπαλο πίστευε ότι η Βρετανία θα έπρεπε να ρίξει την ασπίδα της ενώπιον των Ναζί.

Στην υποθετική ταινία ο Αλέξης Τσίπρας δεν κατεβαίνει στον λαό. Κάνει υψηλή πολιτική στο Νταβός, διευρύνει την αγγλική γλώσσα με νέες λέξεις όπως τον ανύπαρκτο πληθυντικό “somebodies” κ.α.

Βάζει τα φερέφωνά του να απαξιώσουν ένα μαζικό συλλαλητήριο όπως αυτό της Θεσσαλονίκης, φτάνοντας ακόμη και έως την αδέξια υποτίμηση του πλήθους όσων παρέστησαν.

Λογοκρίνει την τηλεοπτική μετάδοση από την κρατική τηλεόραση.

Παριστάνει ότι δεν τρέχει τίποτα με τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν ξεκάθαρα ότι σχεδόν το 70% του ελληνικού λαού αποκλείει οποιαδήποτε μετονομασία της ΠΓΔΜ θα περιείχε τη λέξη «Μακεδονία».

Όχι, ο Αλέξης Τσίπρας δεν καταφεύγει στην ελεύθερη έκφραση της λαϊκής θέλησης ως την έσχατη και δεσμευτική κρίση. Εξάλλου, τι νόημα θα είχε κάτι τέτοιο ύστερα από το κίβδηλο, προδομένο δημοψήφισμα του 2015;

Στο δικό του φιλμ, ο αριστερός Αλέξης γυρίζει την πλάτη στις λαϊκές συγκεντρώσεις.

Τώρα τις καταγγέλλει παρόλο που μόλις προ ολίγων ετών τις χρησιμοποίησε σαν εφαλτήριο για να ανέλθει στην εξουσία.

Αντί για τα συλλαλητήρια προτιμά να διερευνήσει τις δυνατότητες που, όπως ευελπιστούσε, θα του παρείχαν τα ράσα της Εκκλησίας για να κρυφτεί. Να κρυφτεί από την προοπτική ενός πολιτικού ναυαγίου, καθώς το ενδεχόμενο να εμφανιστεί σαν «ο εθνάρχης που λύνει ακόμη και το Σκοπιανό» μάλλον έχει θολώσει στον ορίζοντα.

«Η συγκυρία σήμερα είναι ευνοϊκή» διακηρύττει η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ «δίνει δυνατότητες για λύση με σύνθετη ονομασία για όλες τις χρήσεις, έναντι όλων» κ.λπ.

Αλλά, όπως αναφέρει η ίδια ανακοίνωση της ΚΕ, «ενώπιον του ενδεχομένου επίλυσης του ζητήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ, όλες οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να τοποθετηθούν υπεύθυνα, ώστε να ηττηθεί και σε αυτό το πεδίο η πολιτική της αδιαλλαξίας που έχει οδηγήσει σε ένα αδιέξοδο ετών, αποδυναμώνοντας τη θέση της χώρας μας διεθνώς».

Όπερ μεθερμηνευόμενον σημαίνει ότι, ενώ από τη μία το κυβερνών κόμμα φέρεται σαν αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση, με λάβρες καταγγελίες για παλινωδίες κ.λπ, ταυτόχρονα απευθύνει δήθεν υπερκομματικό κάλεσμα ομόνοιας και συναίνεσης για την επίλυση του μείζονος εθνικού θέματος.

Ώστε η συγκυρία είναι σήμερα «ευνοϊκή»; Γιατί άραγε; 

Επειδή μια αριστερή κυβέρνηση παραδέχεται απροκάλυπτα ότι «πιέζουν οι ξένοι» για την επίλυση του Σκοπιανού;

Και ποιοι είναι αυτοί «οι ξένοι»; Μήπως εκείνοι οι ίδιοι τρισκατάρατοι, οι οποίοι από τους ιδεολογικούς προγόνους του ΣΥΡΙΖΑ εισέπρατταν μόνο το ανάθεμα του «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ στο ίδιο συνδικάτο;»

Και γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ευνοϊκή μια συγκυρία στην οποίαν το μόνο που θα καρπωθεί, από ό,τι φαίνεται, είναι η μετονομασία ενός αεροδρομίου στο κρατίδιο των Σκοπίων;

Στο κινηματογραφικό του έργο ο Αλέξης Τσίπρας, όπως και σε κάθε άλλη στενωπό της θητείας του στο Μέγαρο Μαξίμου, ξέρει πού μπορεί να αποταθεί για να πασάρει την καυτή πατάτα: Στους πολιτικούς του αντιπάλους, με το επιχείρημα ότι «εσείς μας κληροδοτήσατε το πρόβλημα της ΠΓΔΜ».

Προφανώς επειδή το 1944 «οι δεξιοί» δεν φρόντισαν να εμποδίσουν την ανακήρυξη της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» σαν ανεξάρτητης εθνικής οντότητας εντός της Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας.

Και ύστερα το 1991, το 1993, το 2008 κ.ο.κ., λίγο-πολύ κάθε ιστορική συγκυρία ήταν, κατά τον ΣΥΡΙΖΑ πάντα, ευνοϊκή για την επίλυση, απλώς «αυτοί που κατέστρεψαν τη χώρα εδώ και 40 χρόνια», συνειδητά και υστερόβουλα, δεν προχώρησαν σε οριστική λύση.

Πιθανώς επειδή είχαν μαντέψει ότι από το 2015 και εξής θα κυβερνούσε η συμμαχία Τσίπρα-Καμμένου και με σατανική διορατικότητα εξύφαναν συνωμοσία ώστε να τιμωρήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ (και να μην πούμε για τους ΑΝΕΛ), αφήνοντας στα χέρια τους το φλέγον «Σκοπιανό».

Στην πραγματικότητα, και χωρίς να καταφύγει κανείς στα παλιά κιτάπια για τις απόψεις της κομμουνιστικής αριστεράς σχετικά με τη «Δημοκρατία της Μακεδονίας», πολλά από τα προβεβλημένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και υπουργοί, διετέλεσαν ένθερμοι υποστηρικτές της φιλοξενίας του κράτους των Σκοπίων κάτω από την ομπρέλα με το όνομα «Μακεδονία».

Τελικά όμως, ενίοτε η ζωή πρέπει να αντιγράφει την τέχνη -ιδιαίτερα όταν η τέχνη έχει αντιγράψει τη ζωή, όπως στην «πιο Σκοτεινή Ώρα». Στην οποίαν ο Τσόρτσιλ αναδύεται αναγεννημένος και ανακράζει το «δεν θα παραδοθούμε ποτέ».

Εάν ο Αλέξης Τσίπρας έχει πραγματικά σκοπό να λύσει τον γόρδιο δεσμό, ας μην περιμένει να λυτρωθεί από μια απόφαση των Σκοπιανών να διακόψουν τη διαπραγμάτευση.

Ας κατέβει στον Υπόγειο. Χωρίς συνοδεία και παρατρεχάμενους. 

Ειδάλλως, η μόνη σύγκριση με τον Τσόρτσιλ θα περιοριστεί στην κατανάλωση των πούρων.

Βασίλης Τσακίρογλου
protothema

Πηγή

Share.