Σε ένα σημείωμα, την επομένη της δημοσιοποίησης της υπόθεσης Novartis, είχα υποστηρίξει ότι η τυφλή ποινικοποίηση της δημόσιας ζωής, με αστεία κατηγορητήρια, δεν θα διευκόλυνε τον Τσίπρα και την κυβέρνησή του.


Αντιθέτως, θα μπορούσε να στραφεί εναντίον τους. Για λόγους ακατανόητους (ίσως γιατί δεν μπορεί τελικά να ανθίσει σε συνθήκες κανονικότητας;), ο πρωθυπουργός, έπειτα από μια περίοδο κανονικότητας, άλλαξε ξαφνικά ρότα και άνοιξε την Πύλη της Ρωμαϊκής Αρένας.

Προφανώς, αν υπήρχαν αποδείξεις, έστω αποχρώσες ενδείξεις, είχε υποχρέωση όχι μόνο να φέρει τη δικογραφία της Novartis στη Βουλή, αλλά και να στείλει τους εμπλεκομένους στον εισαγγελέα.

Δύο εβδομάδες μετά, η υπόθεση Novartis αρχίζει να θυμίζει οπερετικό (δικαστικό) πραξικόπημα λατινοαμερικανικού ύφους και ήθους.

Οι περίφημες κατηγορίες αποδεικνύονται αστείες, ενώ η δήθεν συμμετοχή του FBI στην έρευνα, που θα έφερνε «καυτές» αποκαλύψεις για τον χρηματισμό πολιτικών, αποδείχθηκε κανονική κωμωδία.

Ο Αμερικανός πρέσβης έκανε σαφές στον Μητσοτάκη ότι «ουδέποτε υπήρξε έρευνα του FBI που να αφορά Ελληνες πολιτικούς στην ιστορία Novartis».

Δεν θα σχολιάσω τον κυνισμό της κυβέρνησης που έφθασε στο σημείο να αμφισβητήσει την εντιμότητα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης -πρωτοφανές για τα πολιτικά ήθη, ακόμη και για μια υπανάπτυκτη χώρα. Ούτε φυσικά τα ψεύδη, την αγυρτεία και την ανηθικότητα του σκληρού πυρήνα των φιλικών της media που γράφουν ό,τι τους περάσει από το κεφάλι.

Αναρωτιέμαι, ωστόσο, αν ο Τσίπρας συνειδητοποιεί πού οδηγεί τη χώρα και πού οδηγείται ο ίδιος. Είναι η πρώτη, ίσως, φορά στην πολιτική ιστορία της Ελλάδος που μια κυβέρνηση πολιτεύεται με όρους που επικρατούσαν στα αμφιθέατρα των ελληνικών πανεπιστημίων στα χαώδη χρόνια της Μεταπολίτευσης. Σε συνθήκες, όμως, σήμερα, ιδιαίτερα κρίσιμες.

Τι μένει από τη Novartis, πέρα από έναν καταιγισμό θεσμικών και δικονομικών αυθαιρεσιών, πρωτοφανούς θράσους;

Μένει αυτό που κατάλαβαν σχεδόν αμέσως όσοι Ελληνες επιμένουν να σκέφτονται λογικά στην εποχή των παραλογισμών. Οτι, δηλαδή, ένας πρωθυπουργός δεν μπορεί να τα παίρνει με βαλίτσες στο Μαξίμου, ένας άλλος πρωθυπουργός 20 ημερών δεν μπορεί να χρηματίζεται λες και είναι κοινός απατεώνας (πολύ περισσότερο όταν τον λένε Πικραμμένο), ούτε ο κεντρικός τραπεζίτης και άλλοι επτά υπουργοί μπορούν να λαδώνονται τόσο ωμά και τόσο ξεδιάντροπα.

Οσο για τον Βενιζέλο, τον «κατηγορούν» για κάτι όταν δεν ήταν πιά υπουργός! Τόσο γελοίοι.

Και ποιος τα λέει αυτά; Τρεις μάρτυρες που κανένας δεν ξέρει τι είναι, τι σχέση είχαν με τη Novartis και κατά πόσο έχουν εκβιαστεί για να πουν ό,τι είπαν.

Τι είπαν; Ο,τι άκουσαν, εικάζουν, εκτιμούν (ή το άκουσαν από τον μπατζανάκη της θείας τού Φρουζή).

Σε ποια άλλη χώρα μια τέτοια δικογραφία θα έφθανε στη Βουλή; Μάλλον σε καμία. Ακόμη και στη μακρινή Μπουρκίνα Φάσο θα είχαν ενδοιασμούς να στείλουν μια τέτοια δικογραφία στη Βουλή, με προφανή στόχο να πλήξουν την αντιπολίτευση στο σύνολό της.

Οι κινήσεις αυτές, ωστόσο, δεν είναι χωρίς συνέπειες. Οταν στο μυαλό μιας κυβέρνησης κυριαρχούν το μίσος και οι εμμονές για τους πολιτικούς αντιπάλους, σε συνδυασμό με έναν αχαλίνωτο κυνισμό, στο τέλος μπορεί όλο αυτό να γυρίσει μπούμερανγκ.

Γιατί, προφανώς, ουδείς στο Μαξίμου μπήκε στον κόπο να υπολογίσει τι θα μπορούσε να προκαλέσει στη χώρα και στην κυβέρνηση ένα κουρελόχαρτο σαν τη δικογραφία της Novartis.

Πολύ χειρότερα, όταν η χώρα χρειάζεται περισσότερο από ποτέ τη συναίνεση όλων (ή τουλάχιστον όσων σκέφτονται ακόμη, και δεν δημαγωγούν) για να αντιμετωπίσει τα τεράστια προβλήματα και να ξαναμπεί στην κανονικότητα.

Θα πρέπει τώρα να δούμε πώς ο πρωθυπουργός θα διαχειριστεί το θέμα των Σκοπίων με την αντιπολίτευση στα κάγκελα, την κυπριακή ΑΟΖ, τις απειλές του «Σουλτάνου» (που μάλλον ετοιμάζεται για επεισόδια το καλοκαίρι, για να πλήξει τον τουρισμό μας) και φυσικά την πορεία της χώρας, μετά το τέλος του τρίτου Μνημονίου, τον Αύγουστο.

Υπάρχει ένα σημείο καμπής στη ζωή ή στη σταδιοδρομία κάποιων ανθρώπων που από εκεί που ό,τι έπιαναν γινόταν χρυσός, μετά ό,τι έκαναν δεν τους έβγαινε με τίποτα. Η πρόσφατη ιστορία της χώρας είναι γεμάτη τέτοια παραδείγματα.

Δεν ξέρω αν ο Τσίπρας βρίσκεται σε αυτό το σημείο. Πιστεύω, όμως, ότι με την ιστορία της Novartis προκάλεσε την τύχη του.

Την ώρα που η υπόθεση της Novartis εξελίσσεται σε κανονικό φιάσκο, ξαφνικά βλέπει το «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς να γίνεται ανέκδοτο.

Πέντε υπουργοί των κυβερνήσεών του, εκ των οποίων οι τρεις εν ενεργεία, έπαιρναν μηνιαίο επίδομα έως ένα χιλιάρικο για να πληρώνουν το νοίκι τους.

Να δούμε τώρα πώς θα ξεμπερδέψουν από τους πολιτικούς τους αντιπάλους, με τα μυαλά στα κάγκελα.

Ακούγεται ότι η κυβέρνηση ετοιμάζεται να δώσει συνέχεια στη σκανδαλολογία, τους επόμενους μήνες, προκειμένου να κρύψει τα πραγματικά προβλήματα.

Αν το κάνει, θα πρέπει να το σκεφτεί δυο και τρεις φορές.

Πρώτον, γιατί κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν η χώρα μπορεί να παραγάγει περισσότερα «σκάνδαλα» απ’ όσα μπορεί να καταναλώσει…

Και δεύτερον, η ιστορία της Novartis έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα. Έδωσε για πρώτη φορά τόσο μεγάλη αυτοπεποίθηση στην αντιπολίτευση και την αίσθηση ότι μπορεί να αντιμετωπίσει τον ανορθόδοξο πόλεμο του Τσίπρα.

Χ.Ράπτης
iefimerida.gr

Πηγή

Share.